Μειώσεις σε αποφοίτους Λυκείου και σε αυτούς της υποχρεωτικής εκπαίδευσης
Μισθολόγιο δύο ταχυτήτων στο Δημόσιο
Μπροστά σε μια νέα ανατροπή των αποδοχών τους θα βρεθούν οι δημόσιοι υπάλληλοι καθώς η κυβέρνηση, πιεζόμενη από την τρόικα, αλλά και από τις μεγάλες ανισότητες που εξακολουθούν να υπάρχουν στο Δημόσιο και στην οικονομία, προτίθεται να αλλάξει ως το τέλος του έτους το ενιαίο μισθολόγιο.
Η κατεύθυνση είναι σαφής: οι μισθοί των υπαλλήλων υποχρεωτικής εκπαίδευσης (του Γυμνασίου) και αυτών που έχουν τελειώσει μόνο το Λύκειο να υποχωρήσουν στα επίπεδα των αμοιβών του ιδιωτικού τομέα. Από τα χρήματα που θα εξοικονομηθούν θα πριμοδοτηθούν οι αποδοχές των εργαζομένων ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης και των εργαζομένων στην εκπαίδευση και στην Υγεία.
Η εξίσωση είναι δύσκολη, δημιουργεί προφανείς αντιθέσεις, αλλά θεωρείται από τους ξένους και κυρίως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κορυφαία διαρθρωτική αλλαγή στην ελληνική οικονομία.
Η μελέτη για την παρουσίαση του νέου μισθολογίου, την οποία εκπονούν εμπειρογνώμονες των υπουργείων Διοικητικής Μεταρρύθμισης και του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, αναμένεται να ολοκληρωθεί και να παραδοθεί ως τον Σεπτέμβριο.
Οι κατευθύνσεις που έχουν δοθεί από τους υπουργούς Διοικητικής Μεταρρύθμισης Κυριάκο Μητσοτάκη και αναπληρωτή Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα είναι οι εξής:
1. Να διευρυνθεί η διαφορά μισθού μεταξύ των εργαζομένων υποχρεωτικής εκπαίδευσης, δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, ώστε να υπάρξει κίνητρο προσέλκυσης στο Δημόσιο εργαζομένων υψηλού μορφωτικού επιπέδου.
2. Να μειωθεί αισθητά ο εισαγωγικός μισθός των υπαλλήλων υποχρεωτικής εκπαίδευσης, ο οποίος μετά τις μειώσεις βρίσκεται στα 780 ευρώ τον μήνα, ώστε να πλησιάσει τον κατώτατο μισθό του ιδιωτικού τομέα που έχει καθοριστεί νομοθετικά στα 580 ευρώ τον μήνα και 540 ευρώ για τους νέους κάτω των 25 ετών, προκειμένου να μην υπάρχει το φαινόμενο των «εργαζομένων δύο ταχυτήτων» στην ελληνική οικονομία, όπου μάλιστα οι κατά τεκμήριο λιγότερο παραγωγικοί υπάλληλοι του Δημοσίου αμείβονται περισσότερο.
Η κατεύθυνση είναι να «υπάρξει ισότιμη αντιμετώπιση εργαζομένων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα».
3. Η μείωση του μισθού των υπαλλήλων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που αποτελεί το 35% των εργαζομένων στο Δημόσιο, θα είναι αισθητή αλλά μικρότερη από την προηγούμενη κατηγορία. Σήμερα ο εισαγωγικός μισθός τους είναι 858 ευρώ.
Στόχος είναι να ανοίξει η μισθολογική ψαλίδα μεταξύ εργαζομένων δευτεροβάθμιας και πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και να εξοικονομηθούν τα κονδύλια που θα επιτρέψουν στην κυβέρνηση να αυξήσει τους μισθούς δασκάλων, καθηγητών και νοσηλευτών που δεν υπάγονται σε ειδικό μισθολόγιο και αμείβονται όπως οι υπάλληλοι γραφείου.
4. Η επαναφορά του ετήσιου μπόνους μόνο για τους παραγωγικούς υπαλλήλους, το ποσό του οποίου θα προκύψει από τη μείωση των αποδοχών των εργαζομένων των δύο εκπαιδευτικών κατηγοριών, υποχρεωτικής και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Το μπόνους που έχει περιγραφεί ως «μισό δώρο» είναι το Κίνητρο Επίτευξης Στόχου (ΚΕΣ) και το Κίνητρο Επίτευξης Δημοσιονομικού Στόχου (ΚΕΔΣ) ύψους 268 εκατ. ευρώ ετησίως, τα οποία προβλέπονταν, αλλά «πάγωσαν» στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα γιατί δεν ήταν δυνατή η στοχοθεσία, λόγω έλλειψης περιγραφής του έργου και των αρμοδιοτήτων των υπαλλήλων.
Αντί αυτών των κινήτρων απόδοσης έμεινε η «προσωπική μισθολογική διαφορά», η οποία κάλυψε ένα μέρος των απωλειών που είχαν οι δημόσιοι υπάλληλοι από τις περικοπές.
Πέραν των γενικών αυτών κατευθύνσεων στις οποίες επιμένει η τρόικα και δίνει μεγάλο βάρος η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όχι για δημοσιονομικούς λόγους, αφού δεν ζητείται να μειωθεί το συνολικό ύψος της μισθοδοσίας στο Δημόσιο, που ανέρχεται ετησίως στα 16 δισ. ευρώ, είναι να υπάρξει ανανέωση προσωπικού και αλλαγή νοοτροπίας στο Δημόσιο. Οι παρεμβάσεις αυτές θεωρούνται η μεγάλη διαρθρωτική αλλαγή για τη χώρα μας.
Σε αυτό το πλαίσιο στο τραπέζι βρίσκονται ακόμη «καυτά θέματα» που είναι:
Η άμεση κατάργηση της προσωπικής διαφοράς που λαμβάνουν κατά κύριο λόγο οι υπάλληλοι του υπουργείου Οικονομικών και διανομή του ποσού αυτού στους κατηγορίας πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, ώστε να μπορέσει η δημόσια διοίκηση να προσελκύσει στελέχη σε ειδικές κατηγορίες προσωπικού που ενώ είναι ενταγμένες στο ενιαίο μισθολόγιο θα έπρεπε να αμείβονται με ειδικό μισθολόγιο, καθώς επιτελούν ειδικό έργο, όπως τα στελέχη μηχανοργάνωσης.
Η δημιουργία ειδικού μισθολογίου για δασκάλους και καθηγητές στην Παιδεία και νοσηλευτές στην Υγεία.
Πέραν των αλλαγών στο ενιαίο μισθολόγιο και μετά τις δικαστικές αποφάσεις που έκριναν αντισυνταγματικές τις προηγούμενες νομοθετικές παρεμβάσεις για τις μειώσεις αποδοχών στους ενστόλους και στους δικαστικούς που αποφασίστηκαν το καλοκαίρι του 2012, η κυβέρνηση θα επανεξετάσει τα ειδικά μισθολόγια κάτω από το νέο καθεστώς και τα νέα δεδομένα.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι κατευθύνσεις που έχουν δοθεί από την τρόικα και συνάμα οι λύσεις που εξετάζει το υπουργείο Οικονομικών ώστε να μην ανατραπούν οι δημοσιονομικοί στόχοι και οι «οροφές» για τη μισθολογική δαπάνη από την καταβολή αναδρομικών και επαναφορά μισθών και συντάξεων στο παλιό μισθολόγιο είναι οι εξής:
1. Να δημιουργηθεί το νέο μισθολόγιο των ενστόλων που θα καταργεί τις μισθολογικές προαγωγές (ήταν στο προηγούμενο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα και αφαιρέθηκε έπειτα από πολιτικές πιέσεις στην κυβέρνηση). Ετσι οι ένστολοι θα προσπαθούν περισσότερο να πάρουν τις προαγωγές τους, καθώς δεν θα προκύπτει αυτόματη αύξηση του μισθού αν δεν προαχθούν.
2. Να μελετηθούν προσεκτικά το ζήτημα και οι αμοιβές των δικαστικών και να δοθεί συναινετική λύση στις διαφορές που υπάρχουν.
3. Να δημιουργηθεί ειδικό μισθολόγιο για τους εκπαιδευτικούς και τους νοσηλευτές ώστε η κυβέρνηση να δώσει στίγμα κοινωνικής ευαισθησίας, με έμφαση στην Υγεία και στην Παιδεία.
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρεται ότι σήμερα ο νεοπροσλαμβανόμενος δάσκαλος αμείβεται όσο και ο νεοπροσλαμβανόμενος διοικητικός υπάλληλος σε δήμο της επαρχίας που δεν έχει ουσιαστικό αντικείμενο εργασίας.
Επιπλέον, σήμερα ο υπάλληλος του υπουργείου Οικονομικών (ακόμη και κάποιος που εργάζεται σε Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου μιας επαρχιακής πόλης με περιορισμένο έργο και ευθύνη) αμείβεται σήμερα με 500 ως 700 ευρώ περισσότερα από τον δάσκαλο.
ΠΗΓΗ : ΤΟ ΒΗΜΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 22/06/2014
Μισθολόγιο δύο ταχυτήτων στο Δημόσιο
Μπροστά σε μια νέα ανατροπή των αποδοχών τους θα βρεθούν οι δημόσιοι υπάλληλοι καθώς η κυβέρνηση, πιεζόμενη από την τρόικα, αλλά και από τις μεγάλες ανισότητες που εξακολουθούν να υπάρχουν στο Δημόσιο και στην οικονομία, προτίθεται να αλλάξει ως το τέλος του έτους το ενιαίο μισθολόγιο.
Η κατεύθυνση είναι σαφής: οι μισθοί των υπαλλήλων υποχρεωτικής εκπαίδευσης (του Γυμνασίου) και αυτών που έχουν τελειώσει μόνο το Λύκειο να υποχωρήσουν στα επίπεδα των αμοιβών του ιδιωτικού τομέα. Από τα χρήματα που θα εξοικονομηθούν θα πριμοδοτηθούν οι αποδοχές των εργαζομένων ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης και των εργαζομένων στην εκπαίδευση και στην Υγεία.
Η εξίσωση είναι δύσκολη, δημιουργεί προφανείς αντιθέσεις, αλλά θεωρείται από τους ξένους και κυρίως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κορυφαία διαρθρωτική αλλαγή στην ελληνική οικονομία.
Η μελέτη για την παρουσίαση του νέου μισθολογίου, την οποία εκπονούν εμπειρογνώμονες των υπουργείων Διοικητικής Μεταρρύθμισης και του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, αναμένεται να ολοκληρωθεί και να παραδοθεί ως τον Σεπτέμβριο.
Οι κατευθύνσεις που έχουν δοθεί από τους υπουργούς Διοικητικής Μεταρρύθμισης Κυριάκο Μητσοτάκη και αναπληρωτή Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα είναι οι εξής:
1. Να διευρυνθεί η διαφορά μισθού μεταξύ των εργαζομένων υποχρεωτικής εκπαίδευσης, δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, ώστε να υπάρξει κίνητρο προσέλκυσης στο Δημόσιο εργαζομένων υψηλού μορφωτικού επιπέδου.
2. Να μειωθεί αισθητά ο εισαγωγικός μισθός των υπαλλήλων υποχρεωτικής εκπαίδευσης, ο οποίος μετά τις μειώσεις βρίσκεται στα 780 ευρώ τον μήνα, ώστε να πλησιάσει τον κατώτατο μισθό του ιδιωτικού τομέα που έχει καθοριστεί νομοθετικά στα 580 ευρώ τον μήνα και 540 ευρώ για τους νέους κάτω των 25 ετών, προκειμένου να μην υπάρχει το φαινόμενο των «εργαζομένων δύο ταχυτήτων» στην ελληνική οικονομία, όπου μάλιστα οι κατά τεκμήριο λιγότερο παραγωγικοί υπάλληλοι του Δημοσίου αμείβονται περισσότερο.
Η κατεύθυνση είναι να «υπάρξει ισότιμη αντιμετώπιση εργαζομένων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα».
3. Η μείωση του μισθού των υπαλλήλων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που αποτελεί το 35% των εργαζομένων στο Δημόσιο, θα είναι αισθητή αλλά μικρότερη από την προηγούμενη κατηγορία. Σήμερα ο εισαγωγικός μισθός τους είναι 858 ευρώ.
Στόχος είναι να ανοίξει η μισθολογική ψαλίδα μεταξύ εργαζομένων δευτεροβάθμιας και πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και να εξοικονομηθούν τα κονδύλια που θα επιτρέψουν στην κυβέρνηση να αυξήσει τους μισθούς δασκάλων, καθηγητών και νοσηλευτών που δεν υπάγονται σε ειδικό μισθολόγιο και αμείβονται όπως οι υπάλληλοι γραφείου.
4. Η επαναφορά του ετήσιου μπόνους μόνο για τους παραγωγικούς υπαλλήλους, το ποσό του οποίου θα προκύψει από τη μείωση των αποδοχών των εργαζομένων των δύο εκπαιδευτικών κατηγοριών, υποχρεωτικής και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Το μπόνους που έχει περιγραφεί ως «μισό δώρο» είναι το Κίνητρο Επίτευξης Στόχου (ΚΕΣ) και το Κίνητρο Επίτευξης Δημοσιονομικού Στόχου (ΚΕΔΣ) ύψους 268 εκατ. ευρώ ετησίως, τα οποία προβλέπονταν, αλλά «πάγωσαν» στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα γιατί δεν ήταν δυνατή η στοχοθεσία, λόγω έλλειψης περιγραφής του έργου και των αρμοδιοτήτων των υπαλλήλων.
Αντί αυτών των κινήτρων απόδοσης έμεινε η «προσωπική μισθολογική διαφορά», η οποία κάλυψε ένα μέρος των απωλειών που είχαν οι δημόσιοι υπάλληλοι από τις περικοπές.
Πέραν των γενικών αυτών κατευθύνσεων στις οποίες επιμένει η τρόικα και δίνει μεγάλο βάρος η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όχι για δημοσιονομικούς λόγους, αφού δεν ζητείται να μειωθεί το συνολικό ύψος της μισθοδοσίας στο Δημόσιο, που ανέρχεται ετησίως στα 16 δισ. ευρώ, είναι να υπάρξει ανανέωση προσωπικού και αλλαγή νοοτροπίας στο Δημόσιο. Οι παρεμβάσεις αυτές θεωρούνται η μεγάλη διαρθρωτική αλλαγή για τη χώρα μας.
Σε αυτό το πλαίσιο στο τραπέζι βρίσκονται ακόμη «καυτά θέματα» που είναι:
Η άμεση κατάργηση της προσωπικής διαφοράς που λαμβάνουν κατά κύριο λόγο οι υπάλληλοι του υπουργείου Οικονομικών και διανομή του ποσού αυτού στους κατηγορίας πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, ώστε να μπορέσει η δημόσια διοίκηση να προσελκύσει στελέχη σε ειδικές κατηγορίες προσωπικού που ενώ είναι ενταγμένες στο ενιαίο μισθολόγιο θα έπρεπε να αμείβονται με ειδικό μισθολόγιο, καθώς επιτελούν ειδικό έργο, όπως τα στελέχη μηχανοργάνωσης.
Η δημιουργία ειδικού μισθολογίου για δασκάλους και καθηγητές στην Παιδεία και νοσηλευτές στην Υγεία.
Πέραν των αλλαγών στο ενιαίο μισθολόγιο και μετά τις δικαστικές αποφάσεις που έκριναν αντισυνταγματικές τις προηγούμενες νομοθετικές παρεμβάσεις για τις μειώσεις αποδοχών στους ενστόλους και στους δικαστικούς που αποφασίστηκαν το καλοκαίρι του 2012, η κυβέρνηση θα επανεξετάσει τα ειδικά μισθολόγια κάτω από το νέο καθεστώς και τα νέα δεδομένα.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι κατευθύνσεις που έχουν δοθεί από την τρόικα και συνάμα οι λύσεις που εξετάζει το υπουργείο Οικονομικών ώστε να μην ανατραπούν οι δημοσιονομικοί στόχοι και οι «οροφές» για τη μισθολογική δαπάνη από την καταβολή αναδρομικών και επαναφορά μισθών και συντάξεων στο παλιό μισθολόγιο είναι οι εξής:
1. Να δημιουργηθεί το νέο μισθολόγιο των ενστόλων που θα καταργεί τις μισθολογικές προαγωγές (ήταν στο προηγούμενο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα και αφαιρέθηκε έπειτα από πολιτικές πιέσεις στην κυβέρνηση). Ετσι οι ένστολοι θα προσπαθούν περισσότερο να πάρουν τις προαγωγές τους, καθώς δεν θα προκύπτει αυτόματη αύξηση του μισθού αν δεν προαχθούν.
2. Να μελετηθούν προσεκτικά το ζήτημα και οι αμοιβές των δικαστικών και να δοθεί συναινετική λύση στις διαφορές που υπάρχουν.
3. Να δημιουργηθεί ειδικό μισθολόγιο για τους εκπαιδευτικούς και τους νοσηλευτές ώστε η κυβέρνηση να δώσει στίγμα κοινωνικής ευαισθησίας, με έμφαση στην Υγεία και στην Παιδεία.
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρεται ότι σήμερα ο νεοπροσλαμβανόμενος δάσκαλος αμείβεται όσο και ο νεοπροσλαμβανόμενος διοικητικός υπάλληλος σε δήμο της επαρχίας που δεν έχει ουσιαστικό αντικείμενο εργασίας.
Επιπλέον, σήμερα ο υπάλληλος του υπουργείου Οικονομικών (ακόμη και κάποιος που εργάζεται σε Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου μιας επαρχιακής πόλης με περιορισμένο έργο και ευθύνη) αμείβεται σήμερα με 500 ως 700 ευρώ περισσότερα από τον δάσκαλο.
ΠΗΓΗ : ΤΟ ΒΗΜΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 22/06/2014