ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΩΝ ΠΕΝΤΑΕΤΟΥΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ & ΣΥΜΒΑΣΙΟΥΧΩΝ ΑΝΑΤ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ & ΘΡΑΚΗΣ
ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΝΟΜΙΜΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΜΕΝΟ ΑΡ. ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΣΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΡΟΔΟΠΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗ :(246/03 1924 ΕΜ 278/03) ΕΔΡΑ : ΚΟΜΟΤΗΝΗ ΔΙΕΥΘYΝΣΗ : ΒΙ.ΠΕ ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΑΝ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ & ΘΡΑΚΗΣ - 4η ΕΜΑΚ Τ.Κ 69100
ΦΑΞ ΣΩΜΑΤΕΙΟΥ : 2510 611302 ΙΔΡΥΤΙΚΟ ΜΕΛΟΣ ΤΗΣ Π.Ο.Π.Υ.ΣΥ.Π.
Blog : pyrosvestesamth.blogspot.gr E mail : ipapanast@gmail.com
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ : 1. ΜΕΛΗ ΣΩΜΑΤΕΙΟΥ 2. ΣΩΜΑΤΕΙΑ ΜΕΛΗ
ΑΡ. ΠΡΩΤ : 92 ΚΟΜΟΤΗΝΗ : 31/03/2015
ΘΕΜΑ : ΠΡΟΣ ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ
Προς ενημέρωσή σας και αποκατάσταση κακόβουλων σχολίων που λέγονται , για την διεκδίκηση του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας που δόθηκε στους οδηγούς και περικόπηκε.
Ξεκαθαρίζουμε ως Σωματείο τους λόγους που διεκδικούμε το εν λόγο επίδομα και οι οποίοι είναι :
1. Άδικη περικοπή με ανυπόστατους ισχυρισμούς .
2. Καμιά ουσιαστική ενέργεια από πλευράς του Δευτεροβάθμιου Συνδικαλιστικού μας οργάνου ως όφειλε, για την επαναφορά του εδώ και 3 χρόνια.
3. Ενέργειες του Σωματείου μας από την αρχή της διακοπής του, μέσω του κοινοβουλευτικού ελέγχου και όχι μόνο, για τη διευθέτηση του ζητήματος που έχριζε άμεσης αντιμετώπισης.
4. Συλλογή αντιφατικών απαντήσεων μέσου Κοινοβουλευτικού Ελέγχου για την περικοπή του, από τα συναρμόδια Υπουργεία .
5. Αναγνώριση της τότε πολιτικής ηγεσίας για την άδικη περικοπή του αλλά χωρίς καμίας ουσιαστικής ενέργειας επαναφοράς του .
6. Αναγνώριση με βεβαιότητα δικαίωσής μας από την πολιτική ηγεσία, αν το εν λόγο επίδομα διεκδικηθεί στις αίθουσες των δικαστηρίων.
7. Η αποστολή εξωδίκου του Σωματείο στης 27 Δεκέμβριου 2013, στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης & Προστασίας του Πολίτη και στο Υπουργείο Οικονομικών.
8. Ενέργειες από πλευράς Αρχηγείου μετά την κατάθεση εξωδίκου για την επαναφορά του.
9. Ερώτημα προς τη νομικό, για τη δικαστική διεκδίκηση του επιδόματος και για τους μάχιμους και η αρνητική απάντηση πάνω σε αυτό το σκέλος.
10. Ενημέρωση στη Γενική Συνέλευση το Μάρτιο του 2014 για την εξάντληση όλων εκείνων των ενεργειών από πλευράς Σωματείου για την επαναφορά του, όπως διάλογο – Κοινοβουλευτικό Έλεγχο – Εξώδικη Όχληση .
11. Κατάθεση 78 αγωγών, μελών του Σωματείου μας με την ειδικότητα του οδηγού τον Απρίλιο του 2014 για την επαναφορά του και διεκδίκηση αναδρομικών.
Ως Σωματείο και συνδικαλιστικό όργανο, βάση καταστατικού, καλούμαστε να υπερασπιστούμε τα δίκαια αιτήματα των μελών μας όταν αυτά κρίνουμε ότι θίγονται.
Συνεπώς διεκδικούμε έννομα , την επαναφορά του επιδόματος όπως οφείλουμε, εφόσον μέχρι και σήμερα διέπεται η μισθοδοσία μας από τις διατάξεις του Ν. 4024/2011 (ενιαίο μισθολόγιο) και όχι το ειδικό μισθολόγιο .
Η δε ασφαλιστική κάλυψη των οδηγών είναι αυτή των ΒΑΡΕΩΝ ΙΚΑ ΕΤΕΑΜ με Κωδικό 106, όπως προβλέπει ο νόμος, ώστε να υπάρχει η κάλυψη σε περίπτωση ατυχήματος, αλλά το εν λόγο επίδομα δεν χορηγείται.
Έως ότου η εργασιακή μας σχέση αποκτήσει άλλη υπόσταση θα διεκδικούμε τα νόμιμα και τα αυτονόητα, που κάποιοι άλλοι τα έχουν λησμονήσει σκοπίμως, προσπαθώντας να αποπροσανατολίσουν την όλη συζήτηση για το εν λόγο επίδομα και για ενέργειες τις οποίες όφειλαν να κάνουν και δεν το έπραξαν .
Και τέλος στο υπόμνημα μας με αριθ. πρωτ. 78 21/03/2015 που καταθέσαμε στα αρμόδια Υπουργεία αναφέρουμε ότι :
Θα θέλαμε να σας καλέσουμε να προβείτε άμεσα σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες, λαμβάνοντας υπόψη και τις δεσμεύσεις από το ΤΜΗΜΑ ΣΩΜΑΤΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ με θέμα ( ΓΕΝΙΚΟΙ ΑΞΟΝΕΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ ΤΟΥ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ και την αναγνώριση του επαγγέλματος ως Επικίνδυνο και Ανθυγιεινό) ώστε να επανενταχθεί το επάγγελμά μας στην κατηγορία των επικίνδυνων και ανθυγιεινών ώστε να διευθετηθεί το ζήτημα και να επαναπροσδιοριστεί το αυτονόητο.
Διορθώνοντας μια αδικία περίπου 3ετών, επαναφέροντας το επίδομα σε όσους ήταν δικαιούχοι αλλά και της επανεξέτασης της χορήγησής του στους συναδέλφους με την ειδικότητα του μάχιμου .
Καλό θα ήταν το δευτεροβάθμιο συνδικαλιστικό όργανό μας να γνωρίζει ότι στις υποχρεώσεις του, είναι η διασφάλιση των συμφερόντων των Σωματείων μελών του.
Το ζητούμενο είναι η επαναφορά του επιδόματος στους δικαιούχους και η διεύρυνση διεκδίκησης αυτού και όχι η επιστροφή των ασφαλιστικών εισφορών που έχουν καταβληθεί από τους οδηγούς .
Ορθό θα ήταν, οι εκπρόσωποι του δευτεροβάθμιου συνδικαλιστικού οργάνου, όταν παραβρίσκονται σε Γενικές Συνελεύσεις των Σωματείων για ενημέρωση , να μην αγνοούν και αποδομούν ενέργειες διεκδίκησης των Σωματείων, αλλά να τις προβάλουν και να τις στηρίζουν .
Όταν όσα λέγονται και γράφονται δεν έχουν απολύτως καμία υπόσταση…. απλά λέγονται και γράφονται για τον αποπροσανατολισμό και τη δημιουργία εντυπώσεων , για ενέργειες οι οποίες έπρεπε να γίνουν και δεν έγιναν από πλευράς Ομοσπονδίας.
Προς αποκατάσταση των λεγομένων και γραφομένων, καλό θα ήταν το προεδρείο της Ομοσπονδίας να μας λύσει μια απορία που αφορά το φάκελο ο οποίος κατατέθηκε προς επαναξιολόγηση του επιδόματος. Σε ποιο ακριβώς γραφείο βρίσκεται;
Το να εγκαλούν όλους όσους παλεύουν επί της ουσίας , δεν τους τιμά και κυρίως εξαγριώνουν όσους υποτίθεται ότι εκπροσωπούν. Θα πρέπει τουλάχιστον να σιωπούν και να γνωρίζουν ότι η ημιμάθεια είναι χειρότερη της αμάθειας.
Η προχειρότητα διεκδίκησης του επιδόματος λοιπόν έχει ως αποτέλεσμα να έχει παρέλθει το 2014 και να μην δοθεί σε κανέναν.
Και ποια θα είναι η συνέχεια τώρα;
Θα αναμένουμε τη διαπραγμάτευση του 2016, ή δεν υπάρχει λόγος πλέον για τη διεκδίκηση του ;
Αν δεν αγωνιστείς για αυτά που δικαιούσαι και σου στερούν παράνομα, πως θα προχωρήσεις παρακάτω σε άλλες διεκδικήσεις όταν αφήνεις να χαθούν τα αυτονόητα;
Άποψή μας συνεχίζει να είναι ότι για να παλέψεις για κάτι, πρέπει να το πιστέψεις. Αν κάποιοι ξέχασαν ή έχουν αλλάξει πορεία και εργασιακή σχέση είναι θεμιτό να ημιαπασχολούνται με αυτά που μας αφορούν και δεν αφορούν τους ίδιους.
Όμως το ανάθεμα δεν είναι υποχρεωμένος κανένας συνάδελφος να το υποστεί. Αν δε σε αφορά απεμπλέκεσαι και φυσικά δεν υπονομεύεις τις προσπάθειες όσων αφορούν και το παλεύουν.
Αν δεν χτίσεις τη βάση που θα πατήσεις σταθερά δεν πας παραπάνω .
Διοικητικό Συμβούλιο
του Σωματείου
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ H Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΣΤΡΟΥΔΗ ΔΗΜΗΤΡΑ
καν. 6948401282 & 750942 κιν. 6988615400 & * 715400
ΠΡΟΣ ΚΑΘΕ ΑΡΜΟΔΙΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΑΙ ΑΡΧΗ
ΕΞΩΔΙΚΗ ΟΧΛΗΣΗ – ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ- ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ – ΔΗΛΩΣΗ
Της Πρωτοβάθμιας Συνδικαλιστικής Οργάνωσης με την επωνυμία «ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΩΝ ΠΕΝΤΑΕΤΟΥΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ & ΣΥΜΒ/ΧΩΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ», που εδρεύει στην Κομοτηνή (Περιφερειακή Διοίκηση Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης – ΒΙΠΕ Κομοτηνής, Τ.Κ: 69100), όπως αυτή νόμιμα εκπροσωπείται.
ΠΡΟΣ
1. Το Ελληνικό Δημόσιο όπως αυτό νόμιμα εκπροσωπείται από τον Υπουργό των Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα.
2. Το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, όπως νόμιμα εκπροσωπείται από τον κατοικοεδρεύοντα στην Αθήνα Υπουργό.
--------------------
Όπως γνωρίζετε πολύ καλά, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 15 του Ν. 3938/2011 «Σύσταση Γραφείου Αντιμετώπισης Περιστατικών Αυθαιρεσίας στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 61/31.3.2011) συστάθηκε στο Πυροσβεστικό Σώμα ιδιαίτερη κατηγορία προσωπικού με την ονομασία «Πυροσβέστες πενταετούς υποχρέωσης», που καταλαμβάνουν επί θητεία οργανικές θέσεις του Πυροσβεστικού Σώματος και οι οποίοι προσλαμβάνονται με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου για πενταετή θητεία. Στις διατάξεις δε της παραγράφου 15 του άρθρου 15 του Ν. 3938/2011 , ορίστηκε ότι οι μηνιαίες αποδοχές των Πυροσβεστών πενταετούς υποχρέωσης είναι αυτές που λαμβάνουν οι εποχικοί πυροσβέστες, οι οποίοι συνδέονται με το Πυροσβεστικό Σώμα με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, ανάλογα με τα έτη υπηρεσίας τους και την οικογενειακή τους κατάσταση.
Το νομίμως συσταθέν και λειτουργούν πρωτοβάθμιο σωματείο μας έχει μέλη του κι εκπροσωπεί και τους εν ενεργεία Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης που συνδέονται με το Πυροσβεστικό Σώμα με υπαλληλική σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου επί πενταετή θητεία, καταταχθέντες στο Πυροσβεστικό Σώμα την 10.2.2012 σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 3708 Φ.300.2/20.1.2012 Απόφαση Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος.
Εν συνεχεία, με την υπ’ αριθμ. οικ. 2/13917/0022 από 17-2-2012 (ΦΕΚ 414 τ. Β΄) Κ.Υ.Α. Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών καθορίστηκαν, μεταξύ άλλων, οι αποδοχές του προσωπικού που απασχολείται στο Δημόσιο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου.
Με την ως άνω Κ.Υ.Α., που άρχισε να ισχύει από την 1.11.2011 και εφεξής, συγκεκριμένες διατάξεις του Ενιαίου Μισθολογίου, όπως αυτό καθορίζεται με το Ν. 4024/2011 «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, ενιαίο μισθολόγιο – βαθμολόγιο, εργασιακή εφεδρεία και άλλες διατάξεις του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015» (ΦΕΚ Α΄ 226), επεκτάθηκαν και προς το προσωπικό του Δημοσίου, που απασχολείται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, μεταξύ των οποίων είναι ότι το ανωτέρω προσωπικό δικαιούται τα επιδόματα και τις παροχές που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 15, 16, 17 και 20 του Ν. 4024/2011, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησής τους.
Με βάση λοιπόν τις προαναφερθείσες διατάξεις της παραγράφου 15 του άρθρου 15 του Ν. 3839/2011, η επέκταση των μνημονευόμενων στην ως άνω Κ.Υ.Α. διατάξεων του Ενιαίου Μισθολογίου εφαρμόζονται και στους Πυροσβέστες πενταετούς υποχρέωσης, οι αποδοχές των οποίων είναι οι ίδιες με αυτές που λαμβάνουν και οι εποχικοί πυροσβέστες που συνδέονται με το Δημόσιο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου.
Στις διατάξεις δε του άρθρου 15 του Ν. 4024/2011 (ΦΕΚ 226/27.10.2011) «Συντάξεις Δημοσίου, ενιαίο μισθολόγιο-βαθμολόγιο, εργασιακή εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015», προβλέπεται η χορήγηση επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας μέχρι του ποσού των εκατόν πενήντα (150) ευρώ μηνιαίως. Οι δικαιούχοι δε του εν λόγω επιδόματος καθώς και οι όροι και προϋποθέσεις χορήγησης αυτού καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού.
Κατ’ εφαρμογή της διάταξης αυτής εξεδόθη η υπ’ αριθμ. οικ.2/16519/0022 Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ Β’ 465/24.02.2012), όπως αυτή τροποποιήθηκε δυνάμει της υπ’ αριθμ. 2/31081/0022 Κ.Υ.Α (ΦΕΚ Β’ 1399/30.04.2012), με ισχύ από την 1.5.2012, και με την οποία καθορίστηκε το ύψος του μηνιαίου επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας για τους μόνιμους και δόκιμους πολιτικούς υπαλλήλους και υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου και ορισμένου χρόνου (ΙΔΑΧ-ΙΔΟΧ) του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. Α’ και Β’ βαθμού ανά κατηγορία και ειδικότητα υπαλλήλου. Συγκεκριμένα το επίδομα αυτό καθορίστηκε σε τριάντα πέντε (35) ευρώ για τις ειδικότητες της Γ’ κατηγορίας, σε εβδομήντα (70) ευρώ για τις ειδικότητες της Β’ κατηγορίας και σε εκατόν πενήντα (150) ευρώ για τις ειδικότητες της Α’ κατηγορίας, στην τελευταία δε αυτή κατηγορία συμπεριελήφθησαν -μεταξύ άλλων- οι οδηγοί ανοιχτών φορτηγών και βαρέων φορτηγών μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων και λεωφορείων και οι χειριστές μηχανημάτων έργου.
Με βάση τα ανωτέρω, και υπό το δεδομένο ότι τα πυροσβεστικά οχήματα είναι μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων, το επίδομα ανθυγιεινής και επικίνδυνης εργασίας άρχισε να καταβάλλεται και στα μέλη μας, Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης, που προσφέρουν υπηρεσία με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση ως οδηγοί των πυροσβεστικών οχημάτων με μεικτό βάρος άνω των 3,5 τόνων, από 1.5.2012.
Το εν λόγω όμως επίδομα κατόπιν έκδοσης του με αρ. 2/61891/0022/30.8.2012 εγγράφου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους περικόπηκε, με την αιτιολογία ότι: «Στην αριθμ. Οικ. 2/16519/0022/24.2.2012 ΚΥΑ με την οποία καθορίστηκε το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας της παρ. 1 του άρθρου 15 του Ν. 4024/2011 δεν συμπεριλαμβάνεται η ειδικότητα του πυροσβέστη και ως εκ τούτου οι εν λόγω πυροσβέστες δεν είναι δικαιούχοι του επιδόματος αυτού.» και επεστράφη μάλιστα αυτό αναδρομικά.
Εν συνεχεία, εκδόθηκε το με αριθμό πρωτ. 2/34084/0022 από 10.4.2013 έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Δ/νση 22η Μισθολογίου) με το οποίο διευκρινίζεται ότι : «… οι υπάλληλοι ειδικότητας Οδηγών που απασχολούνται ως οδηγοί λεωφορείων, ανοιχτών φορτηγών και βαρέων φορτηγών μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων δικαιούνται το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας. Αντίθετα, οι Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης και οι συμβασιούχοι πυροσβέστες που δεν έχουν την ειδικότητα των οδηγών δεν δικαιούνται το ανωτέρω επίδομα …».
Επίσης, ο αρμόδιος Υπουργός Προστασίας του Πολίτη και Δημόσιας Τάξης, σε επίκαιρη ερώτηση βουλευτών, σχετικά με το θέμα του επίδικου επιδόματος, δήλωσε στη Βουλή των Ελλήνων (πρακτικά συζήτησης της Βουλής στις 23.5.2013) ότι και οι πενταετείς και οι εποχικοί (πυροσβέστες) αυτό το επίδομα το δικαιούνται, ότι το αίτημα των Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης για λήψη του επιδόματος αυτού είναι δίκαιο και ότι αναζητείται σε συνεργασία με το Υπουργείο Οικονομικών τρόπος επίλυσης του θέματος αυτού και καταβολής του επίδικου επιδόματος και στους Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης.
Έκτοτε όμως και μέχρι σήμερα, όπως γνωρίζετε πολύ καλά, μολονότι το επίδικο επίδομα έχει ήδη καταβληθεί στους εποχικούς πυροσβέστες, οδηγούς των πυροσβεστικών οχημάτων, για τις αντιπυρικές περιόδους των ετών 2012 και 2013, και παρά τις δεσμεύσεις της πολιτικής ηγεσίας, σε ουδεμία ενέργεια έχετε προβεί.
Είστε σε θέση δε να γνωρίζετε ότι το επίδικο επίδομα που νομίμως δικαιούνται να λάβουν τα μέλη μας (οδηγοί πυροσβεστικών οχημάτων), και εσείς έχετε την εκ του νόμου υποχρέωση να καταβάλλετε, αποτελούν κι εξομοιώνονται πλήρως με νόμιμες δεδουλευμένες αποδοχές, λαμβανομένου υπόψη δε ότι συνεχίζετε να προβαίνετε σε κρατήσεις για την ασφάλιση βαρέων και ανθυγιεινών ενσήμων χωρίς όμως ταυτόχρονα αυτοί να λαμβάνουν το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας.
Η μέχρι σήμερα παρελκυστική και αδικαιολόγητη τακτική που ακολουθείτε, αρνούμενοι να προβείτε στην καταβολή του ένδικου επιδόματος, παρά τις συνεχείς οχλήσεις μας προφορικές και έγγραφες, πέραν του ότι είναι παράνομη, δικαιολογημένα εκλαμβάνεται από τα μέλη μας και υπαλλήλους του Π.Σ. ως αδιαφορία, υποβάθμιση της προσφοράς τους στο κοινωνικό σύνολο και ως εμπαιγμό τους.
Σας επισημαίνουμε δε ότι η άρνησή σας να μην προβαίνετε στην καταβολή νομίμων δεδουλευμένων αποδοχών στους δικαιούχους υπαλλήλους του Π.Σ., σε συνδυασμό με την συνεχή μείωση των αποδοχών τους, επιφέρει στην καθημερινότητα της συντριπτικής πλειοψηφίας των συναδέλφων μας δυσμενείς οικονομικές συνέπειες τόσο για τους ίδιους όσο και για τις οικογένειές τους, γεγονός που εξ αντανακλάσεως μειώνει την αυταπάρνηση, την αυτοθυσία και τον ζήλο τους για την εκτέλεση της υπηρεσίας τους.
Κατόπιν των ανωτέρω, για άλλη μία φορά σας οχλούμε με την παρούσα, διαμαρτυρόμενο το Σωματείο μας για την παράνομη συμπεριφορά σας έναντι των μελών μας Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης και υπαλλήλων του Π.Σ. και σας καλούμε όπως άμεσα προβείτε στην καταβολή του επιδόματος αυτού προς τα μέλη μας που το δικαιούνται. Σε διαφορετική περίπτωση σας δηλώνουμε ότι μετά βεβαιότητας τα μέλη μας Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης, οδηγοί πυροσβεστικών οχημάτων, θα αξιώσουν το επίδικο επίδομα αναδρομικά από 1.5.2012 κι εφεξής, απευθυνόμενοι στα αρμόδια δικαστήρια.
Με τη ρητή επιφύλαξη κάθε άλλου νομίμου δικαιώματός μας, αρμόδιος δικαστικός επιμελητής παραγγέλλεται να επιδώσει νόμιμα την παρούσα προς αυτούς στους οποίους απευθύνεται και συγκεκριμένα προς :
1. Το Ελληνικό Δημόσιο, όπως αυτό νόμιμα εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, και
2. Το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, όπως νόμιμα εκπροσωπείται από τον κατοικοεδρεύοντα στην Αθήνα Υπουργό, για να λάβουν γνώση και να επέλθουν οι νόμιμες συνέπειες αντιγράφοντάς την ολόκληρη στην έκθεση επίδοσης που θα συντάξει.
Επικολλήθηκε ένσημο ΤΠΔΑ 1,15 Ευρώ
Αθήνα, 27 Δεκεμβρίου 2013
Η πληρεξούσια δικηγόρος
ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ
ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
ΑΓΩΓΗ
1. εως 7..
ΚΑΤΑ
Του Ελληνικού Δημοσίου, όπως αυτό νόμιμα εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα.
______________________
Α.1. Δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 15 του Ν. 3938/2011 «Σύσταση Γραφείου Αντιμετώπισης Περιστατικών Αυθαιρεσίας στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 61/31.3.2011), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 98 του Ν. 4249/2014 «Αναδιοργάνωση της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού Σώματος και της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, αναβάθμιση Υπηρεσιών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και ρύθμιση λοιπών θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και άλλες διατάξεις.» (ΦΕΚ Α΄ 73/24.3.2014), συστάθηκε στο Πυροσβεστικό Σώμα ιδιαίτερη κατηγορία προσωπικού με την ονομασία «Πυροσβέστες πενταετούς υποχρέωσης», που καταλαμβάνουν επί θητεία οργανικές θέσεις του Πυροσβεστικού Σώματος και οι οποίοι προσλαμβάνονται με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου για πενταετή θητεία.
2. Όλοι εμείς οι ενάγοντες είμαστε εν ενεργεία Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης και συνδεόμαστε με το Πυροσβεστικό Σώμα με υπαλληλική σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου επί πενταετή θητεία, καταταχθήκαμε δε στο Πυροσβεστικό Σώμα την 10.2.2012 σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 3708 Φ.300.2/20.1.2012 Απόφαση Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος και υπηρετούμε μέχρι και σήμερα, έχοντας την ειδικότητα και ασκώντας αποκλειστικά τα καθήκοντα του οδηγού των πυροσβεστικών οχημάτων.
3. Στις διατάξεις του άρθρου 15 του Ν. 3938/2011 και συγκεκριμένα της παραγράφου 15 αυτού, ορίστηκε ότι οι μηνιαίες αποδοχές των Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης είναι αυτές που λαμβάνουν οι εποχικοί πυροσβέστες, οι οποίοι συνδέονται με το Πυροσβεστικό Σώμα με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, ανάλογα με τα έτη υπηρεσίας τους και την οικογενειακή τους κατάσταση και περαιτέρω στις διατάξεις της παραγράφου 16 του ιδίου ως άνω άρθρου ορίστηκε ότι οι Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης ασφαλίζονται υποχρεωτικά για σύνταξη και υγειονομική περίθαλψη στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ).
Με την υπ’ αριθμ. οικ. 2/13917/0022 από 17-2-2012 (ΦΕΚ 414 τ. Β΄) Κ.Υ.Α. Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών καθορίστηκαν, μεταξύ άλλων, οι αποδοχές του προσωπικού που απασχολείται στο Δημόσιο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου.
Με την ως άνω Κ.Υ.Α., συγκεκριμένες διατάξεις του Ενιαίου Μισθολογίου, όπως αυτό καθορίζεται με τις διατάξεις του Ν. 4024/2011 «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, ενιαίο μισθολόγιο – βαθμολόγιο, εργασιακή εφεδρεία και άλλες διατάξεις του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015» (ΦΕΚ Α΄ 226), επεκτάθηκαν και προς το προσωπικό του Δημοσίου, που απασχολείται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, όπως είναι και οι εποχικοί πυροσβέστες.
Συγκεκριμένα, ορίστηκε ότι το εν λόγω προσωπικό λαμβάνει το βασικό μισθό που αντιστοιχεί στον εισαγωγικό βαθμό της κατηγορίας του, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 12 και 13 του Ν. 4024/2011, ότι για τη μισθολογική εξέλιξη του ανωτέρω προσωπικού στα Μισθολογικά Κλιμάκια του άρθρου 12 του ως άνω νόμου λαμβάνεται υπόψη χρόνος προϋπηρεσίας μέχρι επτά (7) έτη, σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 1, 3 και 4 του άρθρου 6 του ως άνω νόμου και ότι πέραν του βασικού μισθού, το ανωτέρω προσωπικό δικαιούται τα επιδόματα και τις παροχές που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 15, 16, 17 και 20 του Ν. 4024/2011, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησής τους. Για τυχόν δε περικοπή των αποδοχών του ανωτέρω προσωπικού εφαρμογή έχουν οι διατάξεις του άρθρου 23 του ως άνω νόμου. Η εν λόγω Κ.Υ.Α. άρχισε να ισχύει από την 1.11.2011 και εφεξής.
Επίσης, εν συνεχεία, εκδόθηκε και η υπ’ αριθμ. οικ. 2/17589/0022 από 29.2.2012 ερμηνευτική εγκύκλιος της Δ/νσης Μισθολογίου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους με θέμα «Κοινοποίηση μισθολογικών διατάξεων», με την οποία επισημάνθηκε ότι το προσωπικό που απασχολείται στο Δημόσιο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου δεν κατατάσσεται βαθμολογικά αλλά μόνο μισθολογικά και επανέλαβε ότι πέραν του βασικού μισθού το ανωτέρω προσωπικό δικαιούται τα επιδόματα και τις παροχές που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 15, 16, 17 και 20 του Ν. 4024/2011, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησής τους.
Με βάση λοιπόν τις προαναφερθείσες διατάξεις της παραγράφου 15 του άρθρου 15 του Ν. 3839/2011, η επέκταση των μνημονευόμενων στην Κ.Υ.Α. διατάξεων του Ενιαίου Μισθολογίου εφαρμόζονται και σε εμάς τους ενάγοντες Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης, των οποίων οι μηνιαίες μας αποδοχές, είναι αυτές που λαμβάνουν οι εποχικοί πυροσβέστες. Οι δε μηνιαίες αποδοχές αποτελούνται από τον βασικό μηνιαίο μισθό καθώς και από κάθε είδους παροχή ή επίδομα που λαμβάνουν και οι εποχικοί πυροσβέστες.
4. Στις διατάξεις του άρθρου 15 του Ν. 4024/2011 (ΦΕΚ 226/27.10.2011) «Συντάξεις Δημοσίου, ενιαίο μισθολόγιο-βαθμολόγιο, εργασιακή εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015», προβλέπεται η χορήγηση επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας μέχρι του ποσού των εκατόν πενήντα (150) ευρώ μηνιαίως. Οι δικαιούχοι δε του εν λόγω επιδόματος καθώς και οι όροι και προϋποθέσεις χορήγησης αυτού καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού.
Κατ’ εφαρμογή της διάταξης αυτής εξεδόθη η υπ’ αριθμ. οικ.2/16519/0022 Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ Β’ 465/24.02.2012), όπως αυτή τροποποιήθηκε δυνάμει της υπ’ αριθμ. 2/31081/0022 Κ.Υ.Α (ΦΕΚ Β’ 1399/30.04.2012), στην οποία καθορίστηκε το μηνιαίο επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας για τους μόνιμους και δόκιμους πολιτικούς υπαλλήλους και υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου και ορισμένου χρόνου (ΙΔΑΧ-ΙΔΟΧ) του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. Α’ και Β’ βαθμού ανά κατηγορία και ειδικότητα υπαλλήλου.
Συγκεκριμένα το επίδομα αυτό καθορίστηκε σε τριάντα πέντε (35) ευρώ για τις ειδικότητες της Γ’ κατηγορίας, σε εβδομήντα (70) ευρώ για τις ειδικότητες της Β’ κατηγορίας και σε εκατόν πενήντα (150) ευρώ για τις ειδικότητες της Α’ κατηγορία. Στην τελευταία δε αυτή κατηγορία συμπεριελήφθησαν -μεταξύ άλλων- οι οδηγοί ανοιχτών φορτηγών και βαρέων φορτηγών μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων και λεωφορείων και οι χειριστές μηχανημάτων έργου. Επίσης, με την ως άνω Κ.Υ.Α., ορίστηκε στη διάταξη της παραγράφου 5 αυτής, ότι το επίδομα αυτό δεν καταβάλλεται στο διοικητικό προσωπικό των φορέων που αναφέρονται σε αυτή, ότι η καταβολή αυτού του επιδόματος γίνεται υπό την προϋπόθεση ότι οι δικαιούχοι αυτού προσφέρουν υπηρεσία με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση στους χώρους και στις ειδικότητες που δικαιολογούν την καταβολή του και ότι η απόφαση αυτή ισχύει από 1.5.2012.
5. Με βάση τα ανωτέρω, και υπό το δεδομένο ότι τα πυροσβεστικά οχήματα είναι μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων, το επίδομα ανθυγιεινής και επικίνδυνης εργασίας άρχισε να καταβάλλεται και σε εμάς τους ενάγοντες, Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης, που προσφέρουμε υπηρεσία με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση ως οδηγοί των πυροσβεστικών οχημάτων με μεικτό βάρος άνω των 3,5 τόνων, από 1.5.2012.
Το εν λόγω επίδομα λαμβάναμε κανονικά από την 1.5.2012, οπότε αυτό περικόπηκε, κατόπιν έκδοσης του με αριθμό 2/61891/0022/30.8.2012 εγγράφου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους με την αιτιολογία ότι : «Στην αριθμ. Οικ. 2/16519/0022/24.2.2012 ΚΥΑ με την οποία καθορίστηκε το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας της παρ. 1 του άρθρου 15 του Ν. 4024/2011 δεν συμπεριλαμβάνεται η ειδικότητα του πυροσβέστη και ως εκ τούτου οι εν λόγω πυροσβέστες δεν είναι δικαιούχοι του επιδόματος αυτού.»
Το ανωτέρω έγγραφο εκδόθηκε επί του με αρ. πρωτ. 50568 Φ. 501.1. εγγράφου της Διεύθυνσης Οικονομικών του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος με θέμα : «Παροχή διευκρινίσεων επί διατάξεων του Ν. 4024/2011» με το οποίο –μεταξύ άλλων- ετίθετο ως ερώτημα εάν μπορεί να εφαρμοστεί τόσο στους Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου επί πενταετή θητεία όσο και στους εποχικούς υπαλλήλους του Πυροσβεστικού Σώματος με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου η υπ’ αριθμ. οικ. 2/16519/0022/24.2.2012 Κ.Υ.Α. (Β΄ 465) σχετικά με τον καθορισμό του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας που εκδόθηκε σε εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 15 του Ν. 4024/2011, λαμβάνοντας υπόψη ότι η σχετική Κ.Υ.Α. δεν συνυπογράφεται και από τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη.
Δυνάμει δε του με αριθ. Πρωτ. 59656 οικ. Φ.504.22 από 4.10.2012 εγγράφου της Διεύθυνσης Οικονομικών του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος ενημερωθήκαμε υπηρεσιακά ότι το εν λόγω επίδομα περικόπτεται και ότι η περικοπή θα πραγματοποιηθεί σε τρεις (3) δόσεις αρχόμενης από τον μήνα Οκτώβριο 2012. Πράγματι, το χρηματικό ποσό των 150 Ευρώ μηνιαίως που έκαστος από εμάς τους ενάγοντες είχαμε μέχρι τότε λάβει, παρακρατήθηκε μέσω της περικοπής της μηνιαίας μισθοδοσίας μας επί 3 συνεχόμενους μήνες και επιστράφηκε στους οικείους προϋπολογισμούς από τους οποίους είχε το επίδομα αυτό εκταμιευθεί με βάση τις διατάξεις του άρθρου 23 του Ν. 4024/2011.
Κατόπιν του θορύβου που δημιουργήθηκε μετά από την ως άνω περικοπή, σε Ερώτηση που κατατέθηκε στην Βουλή των Ελλήνων, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους με το αρ. πρωτ. 2/2526/0022 από 22.1.2013 έγγραφό του απευθυνόμενο προς τη Βουλή των Ελλήνων απαντά ότι «.. από πλευρά δικής μας αρμοδιότητας δεν είναι δυνατή η χορήγηση του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας στους Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης και στους συμβασιούχους πυροσβέστες, καθόσον δεν περιλαμβάνονται στους δικαιούχους, όπως αυτοί καθορίστηκαν με την αριθμ. 2/16519/0022/24-2-2012 ΚΥΑ και την αριθμ. 2/31081/0022 όμοια.». Το δε Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, στο οποίο και υπαγόμαστε, με το αρ. πρωτ. 717/4/15750 από 31.1.2013 απαντητικό του έγγραφο απευθυνόμενο στη Βουλή των Ελλήνων με θέμα : «Ζητήματα του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος», επί του επίδικου επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι : «Ωστόσο, για τη χορήγηση του ανωτέρω επιδόματος στους πυροσβέστες πενταετούς υποχρέωσης που εμπίπτουν λόγω συνάφειας ειδικότητας στο ρυθμιστικό πεδίο της υπ’ αριθμ. οικ. 2/16519/0022/24.2.2012 (ΦΕΚ Β΄ Κοινής Υπουργικής Απόφασης), από την αρμόδια Υπηρεσία του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος εξετάζεται το ζήτημα της κατάρτισης και περαιτέρω προώθησης σχετικού σχεδίου Κοινής Υπουργικής Απόφασης.».
Περαιτέρω, κατόπιν του με αρ. πρωτ. 19655 Φ. 501.1 από 29.3.2012 έγγραφου ερωτήματος της Δ/νσης Οικονομικών του Αρχηγείου του Πυροσβεστικού Σώματος για το εάν μπορεί να χορηγηθεί το επίδικο επίδομα στους οδηγούς Πυροσβέστες πενταετούς Υποχρέωσης και στους οδηγούς Πυροσβέστες Εποχικής Απασχόλησης, δεδομένου ότι τα οχήματα του Πυροσβεστικού Σώματος είναι μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων, εκδόθηκε το με αριθμό πρωτ. 2/34084/0022 από 10.4.2013 έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Δ/νση 22η Μισθολογίου) με το οποίο διευκρινίζεται ότι : «… οι υπάλληλοι ειδικότητας Οδηγών που απασχολούνται ως οδηγοί λεωφορείων, ανοιχτών φορτηγών και βαρέων φορτηγών μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων δικαιούνται το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας. Αντίθετα, οι Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης και οι συμβασιούχοι πυροσβέστες που δεν έχουν την ειδικότητα των οδηγών δεν δικαιούνται το ανωτέρω επίδομα, καθόσον δεν περιλαμβάνονται στους δικαιούχους, όπως αυτοί καθορίστηκαν με τις προαναφερθείσες αποφάσεις. Οι υπάλληλοι που απασχολούνται σε χώρους και σε ειδικότητες που έχουν ως αποκλειστικό αντικείμενο εργασία που δικαιολογεί τη χορήγηση του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, χωρίς όμως να έχουν αντίστοιχη ειδικότητα που περιλαμβάνεται στην ανωτέρω ΚΥΑ, δεν δικαιούνται το ανωτέρω επίδομα, διότι δεν πληρείται η προϋπόθεση της ειδικότητας.».
Έκτοτε και μέχρι την άσκηση της παρούσας, μολονότι υπάρχει προφορική υπόσχεση και δέσμευση της πολιτικής ηγεσίας και δη του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη ότι το επίδικο επίδομα δικαιούμαστε να λάβουμε και εμείς οι Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης που έχουμε την ειδικότητα και εν τοις πράγμασι ασκούμε πλήρως και αποκλειστικώς τα καθήκοντα του Οδηγού πυροσβεστικών οχημάτων μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων, όπως άλλωστε η ίδια η Διοίκηση αποδέχεται, το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο αρνείται να μας το χορηγήσει προφασιζόμενο προφορικά και μόνο διάφορες αβάσιμες και μη νόμιμες δικαιολογίες.
Το αβάσιμο και παράνομο των δικαιολογιών αυτών, προκύπτει πάραυτα από το αληθές γεγονός ότι το εναγόμενο, παρά τις ως άνω αιτιάσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους ότι δηλαδή οι συμβασιούχοι πυροσβέστες δεν συμπεριλαμβάνονται στους δικαιούχους των σχετικών Κ.Υ.Α., κατέβαλε το επίδικο επίδομα στους ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου εποχικούς πυροσβέστες που ασκούσαν τα καθήκοντα του οδηγού πυροσβεστικών οχημάτων, τόσο για την αντιπυρική περίοδο του έτους 2012 όσο και για την αντιπυρική περίοδο του έτους 2013.
Δεδομένου όμως, ότι στις ως άνω διατάξεις και δη της παραγράφου 15 του άρθρου 15 του Ν. 3938/2011, ορίστηκε ότι εμείς οι ενάγοντες Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης λαμβάνουμε ως αποδοχές αυτές που λαμβάνουν και οι Εποχικοί Πυροσβέστες, το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο, είχε και έχει την εκ του νόμου υποχρέωση να καταβάλει και σε εμάς τους ενάγοντες που έχουμε την ειδικότητα οδηγού και ασκούμε πλήρως και αποκλειστικά τα καθήκοντα του οδηγού πυροσβεστικών οχημάτων σε μηνιαία βάση, το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας.
Β.1. Όπως προαναφέρθηκε, δυνάμει του άρθρου 15 του Ν. 3938/2011, προβλέφθηκε η σύσταση ειδικής κατηγορίας προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος υπό την ονομασία «Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης» όπως είμαστε και εμείς οι ενάγοντες.
Με την υπ’ αριθμ. πρωτ. 3467οικ. Φ. 300.2 από 28.7.2011 Απόφαση του Αρχηγού Πυροσβεστικού Σώματος, προκηρύχθηκε διαγωνισμός για την πρόσληψη στο Πυροσβεστικό Σώμα 4.000 Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης για την κάλυψη ισάριθμων επί θητεία οργανικών θέσεων με το σύστημα των αντικειμενικών κριτηρίων (μόρια). Το σύνολο δε των μορίων κάθε υποψηφίου προέκυπτε από τον γενικό βαθμό του απολυτηρίου Λυκείου στον οποίο προστίθενται μόρια για κάθε προβλεπόμενο στην προκήρυξη αυτή προσόν του υποψηφίου μεταξύ των οποίων ήταν η κατοχή επαγγελματικής άδειας οδήγησης κατηγορίας Γ΄, Δ΄ και Ε΄. Στον εν λόγω διαγωνισμό, εμείς οι ενάγοντες συμμετείχαμε και επιτύχαμε κατέχοντας όλοι μας ως μοριοδοτούμενο προσόν την κατοχή επαγγελματικής κατηγορίας άδεια οδήγησης. Στην, εν συνεχεία, δε εκπαίδευση που λάβαμε, μεταξύ των μαθημάτων που διδαχθήκαμε ήταν η μηχανολογία αυτοκινήτου και αντλιών, ο χειρισμός αντλιών κατασβεστικών και διασωστικών μηχανημάτων και μέσων και ως πρακτική άσκηση η οδήγηση και εκμάθηση όλων των τύπων πυροσβεστικών οχημάτων και αντλιών.
Υπό το δεδομένο ότι η αποστολή γενικά του Πυροσβεστικού Σώματος, συνίσταται : α. Στην ασφάλεια και προστασία της ζωής και της περιουσίας των πολιτών και του Κράτους, του φυσικού περιβάλλοντος και ιδίως του δασικού πλούτου της Χώρας από τους κινδύνους των πυρκαγιών, θεομηνιών και άλλων καταστροφών και β. Στην ευθύνη και τον επιχειρησιακό σχεδιασμό της καταστολής των πάσης φύσεως πυρκαγιών και την παροχή κάθε είδους δυνατής συνδρομής για τη διάσωση των ατόμων και υλικών αγαθών, που απειλούνται από αυτές, τα καθήκοντα μας ως Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης είναι κυρίως αυτά της δασοπυρόσβεσης, δασοπροστασίας και πυρασφάλειας. Περαιτέρω με βάση τη διάταξη της παραγράφου 9 του άρθρου 15 του Ν. 3938/2011, όπως αυτή τροποποιήθηκε και ισχύει, προβλέπεται ότι οι Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης διατίθενται και στην άσκηση των λοιπών καθηκόντων του πυροσβεστικού προσωπικού κατά τρόπο επικουρικό ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες, , όπως είναι η αντιμετώπιση των συνεπειών από τις φυσικές, τεχνολογικές και λοιπές καταστροφές, όπως σεισμοί, πλημμύρες, τις χημικές - βιολογικές - ραδιολογικές -πυρηνικές (Χ.Β.Ρ.Π.) απειλές και τη διάσωση ατόμων και υλικών αγαθών, που κινδυνεύουν από αυτές, η διάσωση και παροχή κάθε δυνατής συνδρομής σε άτομα των οποίων απειλείται ή εκτίθεται σε κίνδυνο η ζωή και σωματική τους ακεραιότητα από κάθε είδους ατυχήματα, όπως αεροπορικά, σιδηροδρομικά, τροχαία, εργατικά, πτώση σε λίμνες, ποταμούς, εγκλωβισμούς σε ανελκυστήρες ή άλλους χώρους και εγκαταστάσεις, αποκλεισμούς σε δυσπρόσιτες ορεινές περιοχές, σπήλαια, κλπ, καθώς επίσης διατίθενται σε κύριες πυροσβεστικές δράσεις όταν συντρέχουν περιπτώσεις αντιμετώπισης έκτακτων και επιχειρησιακών αναγκών του Πυροσβεστικού Σώματος.
Εμείς οι ενάγοντες, από την ημέρα κατάταξής μας στο Πυροσβεστικό Σώμα και την ανάληψη των καθηκόντων μας ως Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης, μας ανατέθηκαν τα καθήκοντα του οδηγού πυροσβεστικών οχημάτων τα οποία πραγματικά και συνεχώς ασκούμε κύρια και αποκλειστικά μέχρι και σήμερα. Για το λόγο αυτό μάλιστα η Διοίκηση προέβη στην έκδοση και χορήγηση σε έκαστο από εμάς τους ενάγοντες, ειδικού υπηρεσιακού διπλώματος οδήγησης πυροσβεστικών οχημάτων, το δε σχετικό έντυπο που μας έχει χορηγηθεί φέρει ως τίτλο «ΑΔΕΙΑ ΟΔΗΓΟΥ – ΧΕΙΡΙΣΤΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ-ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ - Π.Δ. 349/90 (ΦΕΚ 139 τ. Α΄) – ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ : Γ΄». Η κύρια, δηλαδή, και «εν τοις πράγμασι» απασχόληση μας κατά τον χρόνο εργασίας μας, είναι η οδήγηση πυροσβεστικών οχημάτων, είτε αυτά βρίσκονται σε περιπολία, είτε μεταβαίνουν σε συμβάντα. Εάν λάβουμε μάλιστα υπόψη μας τις αντίξοες και δύσκολες συνθήκες και τις περιστάσεις που εμείς οι ενάγοντες τις περισσότερες φορές οδηγούμε τα πυροσβεστικά οχήματα, που σπάνια είναι υπό κανονικές και ομαλές συνθήκες, αλλά κυρίως υπό συνθήκες πίεσης, εγρήγορσης και αγωνίας για την άμεση και ταχύτερη μετάβαση μας σε συμβάν προς διάσωση ατόμων ή/και περιουσιών συμπολιτών μας που απειλούνται άμεσα είναι πασίδηλο ότι ανά πάσα στιγμή ερχόμαστε αντιμέτωποι με τον κίνδυνο, δεδομένου ότι δεν γνωρίζουμε σε οποιοδήποτε συμβάν και εάν συμμετέχουμε τι μπορεί να προκύψει. Ως μαρτυρία δε της αυξημένης επικινδυνότητας της εργασίας μας είναι ο συνεχώς αυξανόμενος αριθμός των πυροσβεστικών επιχειρήσεων τα τελευταία έτη καθώς και η απώλεια της ζωής συναδέλφων μας κατά την υπηρεσία και ένεκα αυτής. Περαιτέρω, στις καταστάσεις μισθοδοσίας Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης έκαστος από εμάς τους ενάγοντες φέρουμε την ειδικότητα του οδηγού αλλά και στα αναλυτικά μηνιαία σημειώματα των αποδοχών μας στην ένδειξη Κατηγορία αναγράφεται η λέξη «ΟΔΗΓΟΣ».
2. Με βάση επίσης τις διατάξεις του άρθρου 15 του Ν. 3938/2011, οι Πυροσβέστες πενταετούς υποχρέωσης ασφαλίζονται για σύνταξη και υγειονομική περίθαλψη στον ασφαλιστικό οργανισμό Ι.Κ.Α.. Στο άρθρο δε 104 του Κανονισμού Ασφαλίσεως του ΙΚΑ, όπως ισχύει, αλλά και με βάση τον νέο Πίνακα εργασιών και ειδικοτήτων του Κανονισμού Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων – Κ.Β.Α.Ε. που τέθηκε σε ισχύ από 1.1.2012, ορίζονται περιοριστικά οι ειδικότητες και οι εργασίες που θεωρούνται βαριές και ανθυγιεινές καθώς και οι δικαιούχοι αυτών, μεταξύ των οποίων είναι και οι οδηγοί βαρέων φορτηγών μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων, οι οποίοι ασφαλίζονται κατά τον Κανονισμό αυτό, που προβλέπει πρόσθετη εισφορά Βαρέων & Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων κύριας και επικουρικής ασφάλισης επί των αποδοχών των απασχολούμενων στις οριζόμενες αυτές εργασίες και ειδικότητες.
Ως εκ τούτου εμείς οι ενάγοντες, ως οδηγοί βαρέων φορτηγών μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων, όπως είναι τα πυροσβεστικά οχήματα, από την κατάταξή μας στο Πυροσβεστικό Σώμα μέχρι και σήμερα ασφαλιζόμαστε στο Ι.Κ.Α., στον κωδικό ειδικότητας 882400, που αντιστοιχεί στην ειδικότητα οδηγού φορτηγών και βαρέων φορτηγών, δηλαδή σύμφωνα με τον Κανονισμό Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων με πρόσθετες εισφορές επί των αποδοχών μας.
Παρά το γεγονός όμως ότι σε εμάς τους ενάγοντες έχει περικοπεί το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας με συνέπεια την μείωση των αποδοχών μας κατά το ποσό των 150 Ευρώ μηνιαίως, η ασφάλιση μας στο Ι.Κ.Α. συνεχίζεται να λαμβάνει χώρα με βάση τον Κ.Β.Α.Ε. και ορθώς δεδομένου ότι εκτελούμε αποκλειστικά καθήκοντα οδηγού βαρέων οχημάτων, με αποτέλεσμα όμως, λόγω των πρόσθετων κρατήσεων στις οποίες εμείς υποβαλλόμαστε, να λαμβάνουμε πλέον αποδοχές χαμηλότερες και από τους συναδέλφους μας Πυροσβέστες πενταετούς υποχρέωσης, που δεν ασκούν καθήκοντα οδηγού πυροσβεστικών οχημάτων, αφού αυτοί, ως μη υπαγόμενοι ασφαλιστικά στα Βαρέα και Ανθυγιεινά επαγγέλματα επιβαρύνονται με λιγότερες εργοδοτικές και εργατικές εισφορές.
3. Είναι σαφές από τα ανωτέρω ότι η εκ μέρους μας παροχή εργασίας ως οδηγών βαρέων φορτηγών μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων είναι και επικίνδυνη και ανθυγιεινή, αποδεικνυόμενου τούτου :
α) από την φύση της αποστολής του Πυροσβεστικού Σώματος αλλά και τα καθήκοντα που ασκούν οι υπάλληλοι του Πυροσβεστικού Σώματος και δη όσοι έχουν την ειδικότητα του οδηγού πυροσβεστικών οχημάτων, όπου και εμείς υπαγόμαστε και υπηρετούμε,
β) από το γεγονός της ένταξής της ειδικότητας αυτής του οδηγού βαρέων φορτηγών μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων στον ανωτέρω Πίνακα εργασιών και ειδικοτήτων του Κανονισμού Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων – Κ.Β.Α.Ε.,
γ) από το ότι το επίδικο επίδομα λαμβάναμε και εμείς οι ενάγοντες
δ) από τις επίσημες δηλώσεις του αρμόδιου Υπουργού Δημοσίας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη που αναγνώρισε ότι και εμείς οι Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης που ασκούμε καθήκοντα οδηγού πυροσβεστικών οχημάτων εμπίπτουμε λόγω συνάφειας της ειδικότητάς μας αυτής στην σχετική Κ.Υ.Α., δικαιούμενοι να λάβουμε το επίδικο επίδομα
ε) από το ίδιο το εναγόμενο, το οποίο, δυνάμει του με αριθμό πρωτ. 2/34084/0022 από 10.4.2013 εγγράφου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Δ/νση 22η Μισθολογίου) δέχεται ότι οι υπάλληλοι ειδικότητας Οδηγών που απασχολούνται ως οδηγοί λεωφορείων, ανοιχτών φορτηγών και βαρέων φορτηγών μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων δικαιούνται το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας και
στ) από το αληθές και πραγματικό γεγονός ότι το επίδικο επίδομα έλαβαν κατά την αντιπυρική περίοδο των ετών 2012 και 2013 οι οδηγοί εποχικοί πυροσβέστες απασχολούμενοι στο Πυροσβεστικό Σώμα με ιδιωτικού δικαίου σχέση εργασίας, τις αποδοχές των οποίων, όπως ορίστηκε στο νόμο, πρέπει να λαμβάνουμε και εμείς οι οδηγοί Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης, τελούντες όλοι υπό ουσιωδώς όμοιες συνθήκες εργασίας, απασχολούμενοι όλοι στο Πυροσβεστικό Σώμα με καθήκοντα οδηγού πυροσβεστικών οχημάτων.
Συνεπώς, ο αποκλεισμός των Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης με καθήκοντα και ειδικότητα οδηγών των πυροσβεστικών οχημάτων μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων, όπως είμαστε εμείς οι ενάγοντες, από την καταβολή του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, με βάση τα ανωτέρω, γίνεται κατά παράβαση των ισχυουσών νομοθετικών διατάξεων που προβλέπουν ότι οι μηνιαίες αποδοχές των Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης είναι αυτές που λαμβάνουν οι Εποχικοί Πυροσβέστες, και συνιστά αδικαιολόγητη δυσμενή διάκριση, η οποία παραβιάζει ευθέως την συνταγματική αρχή της ισότητας και την εξ αυτής απορρέουσα αρχή της ίσης μεταχείρισης των εργαζομένων, όπως αυτή έχει πλέον καθιερωθεί δια της παγίας νομολογίας των εθνικών και ευρωπαϊκών δικαστηρίων.
Γ.1. Με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του Συντάγματος, η οποία ορίζει ότι : «Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου», καθιερώνεται όχι μόνο η ισότητα των Ελλήνων πολιτών έναντι του νόμου αλλά και η ισότητα του νόμου έναντι αυτών, υπό την έννοια ότι ο νομοθέτης κατά την ρύθμιση ουσιωδώς ομοίων πραγμάτων, σχέσεων και καταστάσεων και κατηγοριών προσώπων δεν μπορεί να νομοθετεί κατά διάφορο τρόπο, εισάγοντας εξαιρέσεις και προβαίνοντας σε διακρίσεις, εκτός αν η διαφορετική ρύθμιση δεν είναι αυθαίρετη αλλά επιβάλλεται από λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος.
Ακόμη ορίζεται ότι η συνδρομή των λόγων αυτών υπόκεινται στον έλεγχο και κρίση των Δικαστηρίων, τα οποία, εάν κατά τον έλεγχο της συνταγματικότητας του νόμου διαπιστώσει παράβαση της αρχής της ισότητας εκ του ότι ο νομοθέτης ή η κανονιστικώς δρώσα διοίκηση προέβη σε ειδική ρύθμιση, που αφορά σε ορισμένη κατηγορία προσώπων, αποκλείσθηκαν δε από την ειδική αυτή ρύθμιση ρητώς ή σιωπηρώς πρόσωπα, τα οποία ανήκουν μεν σε άλλη κατηγορία, τελούν όμως υπό τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες προς τα πρόσωπα, τα οποία ανήκουν στην πρώτη κατηγορία, προς άρση της ούτω διαπιστωθείσας αντισυνταγματικότητας απαιτείται όπως το δικαστήριο προβεί στην επέκταση της εφαρμογής της ειδικής ρυθμίσεως και στην κατηγορία των προσώπων, τα οποία έχουν αποκλεισθεί της εν λόγω ειδικής ρυθμίσεως. Τούτο δε διότι η παρ. 1 του άρθρου 4 του Συντάγματος κατ' εφαρμογή της οποίας το δικαστήριο οφείλει να άρει την διαπιστωθείσα παράβαση της αρχής της ισότητας, επιβάλλει στις περιπτώσεις αυτές, την ανωτέρω επέκταση.
2. Από τον συνδυασμό των συνταγματικών διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 4, όπου ορίζεται ότι οι Έλληνες είναι ίσοι απέναντι του Νόμου και ότι οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις, που καθιερώνουν έτσι την αρχή της ισότητας, καθώς και του εδ. β της παραγρ. 1 του άρθρου 22, που ορίζει ότι όλοι οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από φύλο ή άλλη διάκριση δικαιούνται ίση αμοιβή για ίσης αξίας εργασίας, που καθιερώνει την αρχή της ίσης αμοιβής, ως ειδικότερη εκδήλωση της αρχής της ισότητας, συνάγεται ότι κάθε αντίθετη ρύθμιση, νόμος, συλλογική σύμβαση εργασίας ή απόφαση διαιτησίας που προσκρούει στις διατάξεις αυτές είναι ανίσχυρη.
Σύμφωνα με την συνταγματική αρχή της ισότητας τόσο ο νομοθέτης όσο και η Διοίκηση, κατά την άσκηση της κανονιστικής της αρμοδιότητας, δύνανται μεν να ρυθμίζουν κατά ενιαίο ή διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες προσωπικές ή πραγματικές καταστάσεις ή σχέσεις, λαμβάνοντας υπόψη τις συναφείς με αυτές κοινωνικές, οικονομικές, επαγγελματικές ή άλλες συνθήκες, οφείλουν όμως να προβαίνουν στη σχετική ρύθμιση στη βάση γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων τα οποία αποκλείουν τόσο την έκδηλα αντισυνταγματική μεταχείριση, είτε με τη μορφή χαριστικού μέτρου ή προνομίου, μη συνδεομένου με αξιολογικά κριτήρια, είτε με τη μορφή αδικαιολόγητης επιβάρυνσης όσο και την αυθαίρετη εξομοίωση διαφορετικών καταστάσεων, ή την ενιαία μεταχείριση καταστάσεων πού τελούν υπό διαφορετικές συνθήκες, ή αντίθετα την διαφορετική μεταχείριση των αυτών ή παρομοίων καταστάσεων (ΣτΕ 3582/96).
Περαιτέρω, το Δικαστήριο εάν, κατά τον έλεγχο της συνταγματικότητας της εφαρμοστέας διάταξης, διαπιστώσει παραβίαση της αρχής της ισότητας συνιστάμενης στη θέσπιση ειδικής ρύθμισης, ευνοϊκής για ορισμένη κατηγορία προσώπων, από την οποία όμως αποκλείστηκαν, ρητά ή σιωπηρά, πρόσωπα που ανήκουν σε άλλη κατηγορία, αλλά τελούν υπό τις αυτές ή παρόμοιες συνθήκες με τα πρόσωπα που ανήκουν στη πρώτη κατηγορία, (στην οποία αναφέρεται η σχετική ρύθμιση), οφείλει, προς άρση της διαπιστωθείσας αντισυνταγματικότητας, να προβεί σε επέκταση της εφαρμογής της ειδικής αυτής ευνοϊκής ρύθμισης και στην κατηγορία των προσώπων που αποκλείστηκαν (ΣτΕ 3587/97).
Σύμφωνα με την παγίως διαμορφωθείσα νομολογία, ο δικαστικός έλεγχος ασκείται από την Δικαιοσύνη εις τρόπον ώστε αν το Δικαστήριο κρίνει αντισυνταγματική την εξαίρεση επιδικάζει την παροχή και σε αυτούς, οι οποίοι αυθαιρέτως εξαιρέθηκαν από την καταβολή της (Ολ. Α.Π 15/99, ΝοΒ 2000,456, Ολ ΑΠ 12/1997 ΝοΒ 1998,40, ΑΠ 456/99 Ελλ. Δ/νη 1999,1756, ΑΠ 462/99 Ελλ. Δ/νη 40, 1799, Στε 466/99 Εφ Μυτ. 83/2005, ΔΠ Ιωαννίνων 115/06 κλπ).
Επιπροσθέτως, από τη διάταξη του άρθρου 119 της Συνθήκης για την ίδρυση της ΕΟΚ (γνωστή σαν συνθήκη της Ρώμης), η οποία αποτελεί και εσωτερικό δίκαιο με τον Ν. 945/1979, αναγνωρίζεται, επίσης, η αρχή της ισότητας της αμοιβής των εργαζομένων, πράγμα που, εκτός των άλλων, σημαίνει ότι δεν μπορεί να γίνονται διακρίσεις προς όφελος ορισμένης κατηγορίας εργαζομένων και δυσμενής διάκριση άλλων, στους οποίους συντρέχει ο ίδιος δικαιολογητικός λόγος λόγω της ουσιώδους ομοιότητας της περίπτωσής τους για την ίδια ευμενή μεταχείριση. Η διάταξη αυτή, όπως δέχθηκαν τα Δικαστήρια των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, έχει άμεση εφαρμογή στην εσωτερική έννομη τάξη των κρατών – μελών της Κοινότητας μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα από 1-1-1981.
Επίσης, από τη διάταξη της παραγράφου 2 του ιδίου άρθρου 119 της Συνθήκης της Ρώμης, με την οποία δίδεται η έννοια της αμοιβής προκύπτει με σαφήνεια, ότι στην αμοιβή που περιλαμβάνει το ημερομίσθιο ή το μισθό και κάθε άλλο όφελος σε χρήμα ή σε είδος που παρέχει ο εργοδότης στον εργαζόμενο αμέσως ή εμμέσως, εξαιτίας της απασχολήσεώς του στην εργασία, περιλαμβάνονται και τα παρεχόμενα επιδόματα, μεταξύ των οποίων, και το επίδικο επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας συνιστάμενο σε χρηματική μηνιαία παροχή.
Παρόμοια είναι επίσης και η ρύθμιση που καθιερώνεται από την ΔΣΕ 111, που κυρώθηκε με το Ν. 1424/1984, και του άρθρου 4 του Ευρωπαϊκού Κοινοτικού Χάρτη, που κυρώθηκε με το Ν. 1426/1984, διατάξεις οι οποίες σύμφωνα με τα άρθρα 28 παρ. 1 του ισχύοντος Συντάγματος έχουν αυξημένη τυπική ισχύ, με αποτέλεσμα οιαδήποτε αντίθετη προς αυτές ρύθμιση με νόμο, Δ.Α. ή Σ.Σ.Ε. να καθίσταται ανίσχυρη.
3. Από όλες τις αναφερόμενες ως άνω διατάξεις, σαφώς προκύπτει ότι το εν λόγω μηνιαίο επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας που ήδη έχει καταβληθεί στους εποχικούς πυροσβέστες οδηγούς πυροσβεστικών οχημάτων για τα έτη 2012 και 2013, ως αντιστάθμισμα για την έκθεσή τους σε κίνδυνο συναρτώμενο με το χώρο εργασίας και τις αρμοδιότητες της ειδικότητάς τους, πρέπει να καταβληθεί και σε εμάς τους ενάγοντες. Η άρνηση του εναγομένου να προβεί στην καταβολή του ένδικου επιδόματος και σε εμάς του ενάγοντες Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης, που αποτελεί και εξομοιώνεται πλήρως με νόμιμες δεδουλευμένες αποδοχές, όπως άλλωστε υποχρεούται με βάση τις ισχύουσες νομοθετικές διατάξεις είναι παράνομη αλλά και συνιστά αδικαιολόγητη δυσμενή σε βάρος μας διάκριση, η οποία παραβιάζει ευθέως την συνταγματική αρχή της ισότητας και την εξ αυτής απορρέουσα αρχή της ίσης μεταχείρισης των εργαζομένων.
Το εναγόμενο δε εμμένει μέχρι σήμερα στην παράνομη άρνησή του να προβεί στην καταβολή του επίδικου επιδόματος και μετά την κοινοποίηση σε αυτό της από 27.12.2013 εξώδικης όχλησης – διαμαρτυρίας – πρόσκλησης – δήλωσης της Πρωτοβάθμιας Συνδικαλιστικής Οργάνωσης με την επωνυμία «Σωματείο Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης & Συμβασιούχων Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης» που εδρεύει στην Κομοτηνή, όπως αυτή νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία στο πλαίσιο των καταστατικών της σκοπών που είναι η διεκδίκηση και διασφάλιση των νομίμων συμφερόντων των μελών της, όπως είμαστε όλοι εμείς οι ενάγοντες, όχλησε προς τούτο το εναγόμενο, καλώντάς το να προβεί στην καταβολή του επίδικου επιδόματος. Επί της ως άνω εξώδικης όχλησης, το εναγόμενο ουδέν απάντησε και σε ουδεμία νόμιμη ενέργεια προέβη.
Δ. 1. Επειδή το εν λόγω ως άνω επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας κατά παράβαση του νόμου δεν καταβάλλεται και σε εμάς τους ενάγοντες.
Προς άρση δε της αντικείμενης στην συνταγματική έννομη τάξη άνισης μεταχείρισης μας σε σχέση τόσο με τους οδηγούς βαρέων φορτηγών μεικτού βάρους άνω των 3,5 τόνων, όσο και με τους εποχικούς πυροσβέστες που οδηγούν πυροσβεστικά οχήματα και λαμβάνουν το επίδικο επίδομα, πρέπει οι σχετικές ρυθμίσεις περί καταβολής του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας να επεκταθούν με απόφαση του Δικαστηρίου Σας και σε εμάς τους ενάγοντες αναδρομικά και συγκεκριμένα, για το χρονικό διάστημα από 01.05.2012 έως και 30.4.2014.
2. Με βάση τα ανωτέρω, ο καθένας από εμάς τους ενάγοντες που είμαστε εν ενεργεία Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης οδηγοί πυροσβεστικών οχημάτων, ζητάμε για τους αναφερόμενους ανωτέρω λόγους να υποχρεωθεί το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο να μας καταβάλει το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, το οποίο χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του Ν. 4024/2011 (ΦΕΚ 226/27.10.2011) και σε συνδυασμό με την υπ’ αριθμ. οικ.2/16519/0022 Κ.Υ.Α. (ΦΕΚ 465/24.02.2012) σε μόνιμους και δόκιμους πολιτικούς υπαλλήλους και υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου και ορισμένου χρόνου (ΙΔΑΧ-ΙΔΟΧ) του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. Α’ και Β’ βαθμού, και μάλιστα αναδρομικά για το χρονικό διάστημα από 01.05.2012 έως και 30.4.2014.
Συνεπώς, έκαστος από εμάς τους ενάγοντες δικαιούται να λάβει :
α) Για το έτος 2012 (από 1.5. έως 31.12.) το ποσό των (150 Ευρώ/μήνα Χ 8 μήνες =) 1.200,00 Ευρώ
β) Για το έτος 2013 (από 1.1. έως και 31.12.) το ποσό των (150 Ευρώ/μήνα Χ 12 μήνες =) 1.800,00 Ευρώ,
γ) Για το έτος 2014 (από 1.1. έως 30.4.) το ποσό των (150 Ευρώ/μήνα Χ 4 μήνες =) 600,00 Ευρώ
και συνολικά το ποσό των τριών χιλιάδων εξακοσίων (3.600,00) Ευρώ, δοθέντος ότι το ύψος του ποσού του μηνιαίου αυτού επιδόματος δε μεταβλήθηκε από το χρόνο έναρξης της ισχύος της ως άνω υπ’ αριθμ. οικ.2/16519/0022 Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΦΕΚ Β’ 465/24.02.2012) για τους δικαιούμενους αυτό της κατηγορίας Α’.
Με βάση τα ανωτέρω, το παραπάνω χρηματικό ποσό των 3.600 Ευρώ, ζητούμε με την παρούσα να υποχρεωθεί το εναγόμενο με απόφαση του Δικαστηρίου Σας να καταβάλει στον καθένα από εμάς νομιμοτόκως από την επίδοση της παρούσας.
Ε. Άλλως δε και επικουρικώς, η μη τήρηση εκ μέρους των οργάνων του εναγομένου του νόμου, η έκδοση από τα αρμόδια όργανα του εναγομένου εγκυκλίων και διατάξεων, οι οποίες απέκλεισαν ρητά εμάς τους ενάγοντες από τους δικαιούχους του επίδικου επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, καθώς και η παράλειψη των οργάνων αυτών του εναγομένου να συμπεριλάβουν το εν λόγω επίδικο επίδομα στη μισθοδοσία μας, συνιστούν παράβαση διατάξεως νόμου και γεννάται υποχρέωση του εναγομένου, για την αποζημίωσή μας με βάση τις περί αδικοπραξιών του Δημοσίου διατάξεις (άρθρα 105 και 106 ΕισΝΑκ, 297 και 914 Α.Κ.). Η αποζημίωση αυτή ανέρχεται στο ποσό των 3.600,00 Ευρώ για καθέναν από εμάς τους ενάγοντες, το οποίο στερηθήκαμε από την παράνομη συμπεριφορά του εναγομένου.
ΣΤ. Με βάση τα ανωτέρω, πρέπει να υποχρεωθεί το εναγόμενο, προς καταβολή στον καθένα από εμάς του αναλυτικά υπολογιζόμενου ως άνω ποσού και μάλιστα νομιμοτόκως από την επίδοση της παρούσας, με βάση υπολογισμού του τόκου το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο υπερημερίας, μη εφαρμοζόμενης της διατάξεως του άρθρου 21 του Κώδικα περί δικών του Δημοσίου, η οποία διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 109 του ΕισΝΑΚ, καθόσον ο προσδιορισμός με τη διάταξη αυτή του επιτοκίου υπερημερίας σε ποσοστό 6% αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 και 20 παρ. 1 του Συντάγματος, καθώς και στις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης αυτής.
Επειδή η παρούσα αγωγή μας παραδεκτώς υποβάλλεται και νομίμως ασκείται ενώπιον του Δικαστηρίου Σας ως καθύλην και κατά τόπον αρμόδιου για την εκδίκασή της, δεδομένου ότι η αξίωση που επιδιώκουμε με την παρούσα αγωγή μας, δημιουργήθηκε, κατόπιν έκδοσης του με αριθμό 2/61891/0022/30.8.2012 εγγράφου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, απευθυνόμενο προς το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη καθώς και προς την Διεύθυνση Οικονομικών του Αρχηγείου Πυροσβεστικού Σώματος, με αναφορά στις αποδοχές των Πυροσβεστών πενταετούς υποχρέωσης, δυνάμει του οποίου έλαβε χώρα η περικοπή του επίδικου επιδόματος με την αιτιολογία ότι : «Στην αριθμ. Οικ. 2/16519/0022/24.2.2012 ΚΥΑ με την οποία καθορίστηκε το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας της παρ. 1 του άρθρου 15 του Ν. 4024/2011 δεν συμπεριλαμβάνεται η ειδικότητα του πυροσβέστη και ως εκ τούτου οι εν λόγω πυροσβέστες δεν είναι δικαιούχοι του επιδόματος αυτού.», δηλαδή η ένδικη διαφορά δημιουργήθηκε από όργανο που υπάγεται στην Γενική Γραμματεία Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, ο Υπουργός του οποίου κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπεί νομίμως το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο σε βάρος του οποίου στρέφεται ορθώς η παρούσα αγωγή μας.
Επειδή η παρούσα αγωγή μας είναι νομικά και ουσιαστικά βάσιμη, ασκείται εμπρόθεσμα και από κοινού κατά ενεργητική ομοδικία παραδεκτώς, λόγω του ότι υφίσταται ταυτότητα της νομικής και ιστορικής βάσης, δεδομένου ότι τα προβαλλόμενα πραγματικά περιστατικά είναι τα ίδια για όλους εμάς τους ενάγοντες, ώστε με την υπαγωγή τους στο πραγματικό του ίδιου κανόνα να επέρχεται η ίδια έννομη συνέπεια.
Επειδή για το παραδεκτό άσκησης της παρούσας αγωγής έχουν καταβληθεί οι προβλεπόμενες υπέρ τρίτων εισφορές και σχετικά προσάγουμε το οικείο γραμμάτιο ΔΣΑ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Και με τη ρητή επιφύλαξη κάθε άλλου νομίμου δικαιώματος μας
ΖΗΤΑΜΕ
Να γίνει δεκτή η παρούσα αγωγή μας.
Να υποχρεωθεί το εναγόμενο να καταβάλει για τους λόγους και τις αιτίες που αναφέρονται αναλυτικά στο ιστορικό της παρούσας στον καθένα από εμάς τους ενάγοντες το ποσό των τριών χιλιάδων εξακοσίων (3.600,00) Ευρώ νομιμοτόκως από την κατά νόμο επίδοση της παρούσας, με βάση υπολογισμού του τόκου το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο υπερημερίας, μέχρι την πλήρη και ολοσχερή μας εξόφληση.
Να καταδικαστεί το εναγόμενο στα εν γένει δικαστικά μας έξοδα.
Αθήνα, 28 Απριλίου 2014
Η πληρεξούσια δικηγόρος