«Το θέμα των συμβασιούχων έχει ταλανίσει για πολλά χρόνια τη δημόσια διοίκηση και την ελληνική κοινωνία. Είναι γνωστό ότι πολλές θέσεις συμβασιούχων καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες του Δημοσίου και όχι μόνο έκτακτες. Επίσης, στους συμβασιούχους υπάρχει πολυδιάσπαση και κατακερματισμός των εργασιακών σχέσεων (δωδεκάμηνες, οκτάμηνες, δίμηνες συμβάσεις κ.ο.κ.), που δημιουργεί ένα χαοτικό τοπίο», αναφέρει σε συνέντευξή της στην Real News η υπουργός Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Όλγα Γεροβασίλη. Αναφέροντας ότι αυτή η κατάσταση προβληματίζει την κυβέρνηση, «όπως θα έπρεπε να προβληματίζει κάθε υπεύθυνη κυβέρνηση που προωθεί βαθιές και ουσιαστικές αλλαγές στο κράτος», ενημερώνει ότι «αυτό που ξεκινάμε είναι η χαρτογράφηση αυτού του τοπίου, προκειμένου να αποκτήσουμε σαφή εικόνα, τόσο ως προς το είδος των συμβάσεων, όσο και ως προς το τι ανάγκες έρχονται αυτές να καλύψουν. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να εξορθολογίσουμε αυτήν την κατάσταση, με απόλυτο σεβασμό στο νομικό πλαίσιο της χώρας και τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία».
Γηρασμένο Δημόσιο
«Ο μέσος όρος ηλικίας των δημοσίων υπαλλήλων έχει ανέβει κατά πολύ, όπως αποτυπώνεται σε μελέτη που έχουμε εκπονήσει. Το Δημόσιο «γερνάει» μετά το πάγωμα των προσλήψεων που έγινε ουσιαστικά από το 2009. Έτσι, δεν έχει μπει νέο αίμα που, σε συνδυασμό με την εμπειρία των παλαιότερων να επιτρέπει στο κράτος, να ανταποκρίνεται στις ανάγκες και στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής», αναφέρει ακόμη η υπουργός, σημειώνοντας ότι «το σχέδιό μας για τη διοικητική μεταρρύθμιση έρχεται να λύσει αυτού του τύπου τις παθογένειες, με απώτερο στόχο τη δημιουργία ενός σύγχρονου, ευέλικτου κράτους στην υπηρεσία του πολίτη».
«Το Δημόσιο έχει σοβαρά και μεγάλα προβλήματα», παραδέχεται η υπουργός. «Δεν είναι, όμως, σωστό να το δαιμονοποιήσουμε. Ο δημόσιος τομέας στοχοποιήθηκε, προκειμένου να εφαρμοστούν πολιτικές που οδηγούσαν σε απολύσεις και υποβάθμιση των υπηρεσιών του. Συκοφαντήθηκε και μάλιστα ως αντίπαλος του ιδιωτικού τομέα».
«Ας δούμε, ωστόσο, την αριθμητική του αλήθεια. Ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων στο σύνολο του δημόσιου τομέα έχει μειωθεί κατά το ένα τρίτο σε σχέση με το 2009. Το δε τακτικό προσωπικό του Δημοσίου στο τέλος του 2009 ανερχόταν σε 692.900 υπαλλήλους και σήμερα βρίσκεται στους 565.000, από τους οποίους οι 344.000 είναι εκπαιδευτικοί, γιατροί, νοσηλευτικό προσωπικό, ένστολοι και κληρικοί. Επομένως, το Δημόσιο δεν είναι υπερτροφικό», τονίζει η κ. Γεροβασίλη.
Αναλυτικότερα, ολόκληρη η συνέντευξη της υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης στη RealNews.
Έχετε πει «ούτε ένα ευρώ μέτρα», αναφέρεστε σε συμφωνία που οδηγεί σε «μεταλιτότητα», όταν ο υπουργός Οικονομικών παραδέχεται ότι δεν τελείωσε η λιτότητα. Μήπως πρέπει να είστε πιο ειλικρινείς με τους πολίτες;
Όλγα Γεροβασίλη: Η αποσπασματική ανάγνωση δηλώσεων των κυβερνητικών στελεχών έχει καταστεί συνήθεια του μονότονου και κουραστικού επικοινωνιακού παιχνιδιού της νεοδημοκρατικής αντιπολίτευσης και των λοιπών.
Κάνοντας λόγο για πέρασμα από τη λιτότητα στη «φάση μετά τη λιτότητα», ο κ. Δραγασάκης ήταν ξεκάθαρος, σημειώνοντας ότι οι προσπάθειες της κυβέρνησης συνεχίζονται από καλύτερες θέσεις, καθώς αναγνωρίζεται ευρέως η πρόοδος που έχει συντελεστεί στην Ελλάδα. Επανέλαβε αυτό που είπε ο ίδιος ο Επίτροπος Μοσκοβισί μετά το Eurogroup. Ότι δηλαδή, αντί για επιπλέον μέτρα λιτότητας, θα ληφθούν μέτρα τα οποία θα εξισορροπηθούν με άλλα μέτρα ώστε το δημοσιονομικό αποτέλεσμα να είναι μηδενικό. Υπάρχει κάτι πιο σαφές από αυτό;
Τα λεγόμενα του κ. Μοσκοβισί επανέλαβε και ο κ. Τσακαλώτος, κάνοντας λόγο για μηδενική «καθαρή» δημοσιονομική επίπτωση. Οι θέσεις της κυβέρνησης είναι ξεκάθαρες, χωρίς θριαμβολογίες, χωρίς υπερβολές. Αξιοποιούμε τα θετικά, αντιμετωπίζουμε τα αρνητικά. Παράλογες απαιτήσεις δεν πρόκειται να δεχτούμε. Γνώμονα έχουμε διαρκώς το συμφέρον του λαού μας και της πατρίδας μας. Να βγάλουμε τη χώρα από την επιτροπεία και να βάλουμε τα θεμέλια για την επόμενη μέρα.
Μη κλείσιμο της αξιολόγησης και μη ένταξη της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση και τον Απρίλιο δεν θα προκαλέσει και νέο τραύμα στην οικονομία; Αντέχετε κάτι τέτοιο;
Όλγα Γεροβασίλη: Σήμερα, εργαζόμαστε σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων, προκειμένου να έχουμε συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο πριν από το επόμενο Eurogroup. Αυτό μας πηγαίνει στο επόμενο στάδιο που, βάσει του πλαισίου της δεύτερης αξιολόγησης, είναι η συγκεκριμενοποίηση των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, και που με τη σειρά του δίνει σήμα στην ΕΚΤ για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Έχουμε ανατρέψει το κλίμα ανασφάλειας και αβεβαιότητας και έχουμε φτάσει στο σημείο που θέλαμε, δηλαδή τη συζήτηση για το συνολικό πακέτο. Τα υπόλοιπα είναι σεναριακές υποθέσεις με τις οποίες δεν έχουμε λόγο να ασχοληθούμε.
Σε περίπτωση που οι δανειστές επιμείνουν ως το τέλος σε μέτρα που δεν μπορείτε να λάβετε, να αρχίσουμε να… ξεσκονίζουμε τα εκλογικά μας βιβλιάρια;
Όλγα Γεροβασίλη: Απ’ όσο γνωρίζω, εκλογές φέτος θα γίνουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όχι στην Ελλάδα. Αυτό που δεν ξέρω είναι αν όσοι κινδυνολογούν έχουν κατά νου την ελληνική ή ξένες κυβερνήσεις. Γιατί, εμείς ούτε λέμε «ναι σε όλα», ούτε κάνουμε προεκλογική εκστρατεία από τα γραφεία του CDU στο Βερολίνο.
Έχουμε αναλάβει την ευθύνη απέναντι στον ελληνικό λαό να αξιοποιήσουμε κάθε θετική εξέλιξη που μας φέρνει πιο κοντά στο τέλος των μνημονίων και δεν θα τον αφήσουμε έρμαιο στον ρεβανσισμό του ακραίου οικονομικού φιλελευθερισμού. «Τζάμπα μάγκες» είναι άλλοι, όπως συζητήθηκε ευρέως τις τελευταίες ημέρες.
Το ενδεχόμενο οι βουλευτές της πλειοψηφίας να μην ψηφίσουν τα μέτρα θα σημαίνει πτώση της κυβέρνησης Τσίπρα;
Όλγα Γεροβασίλη: Από την πρώτη στιγμή που αναλάβαμε την διακυβέρνηση πολλοί προφήτευσαν την πτώση της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, διακινώντας σενάρια επί σεναρίων με τίτλο «αριστερή παρένθεση». Κοινός παρονομαστής όλων η καταστροφολογία. Η πραγματικότητα τους διαψεύδει. Ούτε η χώρα έχει καταστραφεί, ούτε η κυβέρνηση Τσίπρα έχει πέσει. Αντιθέτως, έχουμε επιτύχει υπεραπόδοση στην κάλυψη των στόχων της συμφωνίας του ‘15, έχουμε σταθεροποιήσει την οικονομία, υλοποιούμε σημαντικές μεταρρυθμίσεις και στηριζόμαστε σε μία συμπαγή κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Διανύουμε τον τρίτο χρόνο διακυβέρνησης και παραμένουμε προσηλωμένοι στον μεγάλο μας στόχο. Οι βουλευτές της πλειοψηφίας έχουν πλήρη συναίσθηση της ιστορικής ευθύνης που έχει αυτή η κυβέρνηση και πίστη στις δυνατότητές της να βγάλει τη χώρα από την επιτροπεία και την κρίση.
Όποιος από την πλειοψηφία έχει πρόβλημα συνείδησης, θα πρέπει να παραιτηθεί;
Όλγα Γεροβασίλη: Πρόβλημα συνείδησης θα πρέπει να έχουν όσοι παρέδωσαν την Ελλάδα αμαχητί στις ορέξεις των ομοϊδεατών τους, των υπέρμαχων της σκληρής λιτότητας. Πρόβλημα συνείδησης θα έπρεπε να έχουν όσοι έφεραν τη χώρα στην τραγική κατάσταση που την παραλάβαμε και ποτέ δεν απολογήθηκαν.
Εξετάζετε μονιμοποίηση των συμβασιούχων στο Δημόσιο κυρία υπουργέ; Πώς ακριβώς έχει το θέμα;
Όλγα Γεροβασίλη: Το θέμα των συμβασιούχων έχει ταλανίσει για πολλά χρόνια τη δημόσια διοίκηση και την ελληνική κοινωνία. Είναι γνωστό ότι πολλές θέσεις συμβασιούχων καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες του Δημοσίου και όχι μόνο έκτακτες. Επίσης, στους συμβασιούχους υπάρχει πολυδιάσπαση και κατακερματισμός των εργασιακών σχέσεων (δωδεκάμηνες, οκτάμηνες, δίμηνες συμβάσεις κ.ο.κ.), που δημιουργεί ένα χαοτικό τοπίο.
Αυτή η κατάσταση μας προβληματίζει, όπως θα έπρεπε να προβληματίζει κάθε υπεύθυνη κυβέρνηση που προωθεί βαθιές και ουσιαστικές αλλαγές στο κράτος.
Αυτό που ξεκινάμε είναι η χαρτογράφηση αυτού του τοπίου, προκειμένου να αποκτήσουμε σαφή εικόνα, τόσο ως προς το είδος των συμβάσεων, όσο και ως προς το τι ανάγκες έρχονται αυτές να καλύψουν. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να εξορθολογίσουμε αυτήν την κατάσταση, με απόλυτο σεβασμό στο νομικό πλαίσιο της χώρας και τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία.
Εκτιμάτε ότι το Δημόσιο είναι σήμερα υπερτροφικό, λιγότερο απ’ ότι πρέπει, γερασμένο, τι ακριβώς; Ποιο είναι το βασικό του πρόβλημα;
Όλγα Γεροβασίλη: Το Δημόσιο έχει σοβαρά και μεγάλα προβλήματα. Δεν είναι, όμως, σωστό να το δαιμονοποιήσουμε. Ο δημόσιος τομέας στοχοποιήθηκε, προκειμένου να εφαρμοστούν πολιτικές που οδηγούσαν σε απολύσεις και υποβάθμιση των υπηρεσιών του. Συκοφαντήθηκε και μάλιστα ως αντίπαλος του ιδιωτικού τομέα. Ας δούμε, ωστόσο, την αριθμητική του αλήθεια.
Ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων στο σύνολο του δημόσιου τομέα έχει μειωθεί κατά το ένα τρίτο σε σχέση με το 2009. Το δε τακτικό προσωπικό του Δημοσίου στο τέλος του 2009 ανερχόταν σε 692.900 υπαλλήλους και σήμερα βρίσκεται στους 565.000, από τους οποίους οι 344.000 είναι εκπαιδευτικοί, γιατροί, νοσηλευτικό προσωπικό, ένστολοι και κληρικοί. Επομένως, το Δημόσιο δεν είναι υπερτροφικό.
Ο μέσος όρος ηλικίας των δημοσίων υπαλλήλων έχει ανέβει κατά πολύ, όπως αποτυπώνεται σε μελέτη που έχουμε εκπονήσει. Το Δημόσιο «γερνάει» μετά το πάγωμα των προσλήψεων που έγινε ουσιαστικά από το 2009. Έτσι, δεν έχει μπει νέο αίμα που, σε συνδυασμό με την εμπειρία των παλαιότερων να επιτρέπει στο κράτος, να ανταποκρίνεται στις ανάγκες και στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής.
Το σχέδιό μας για τη διοικητική μεταρρύθμιση έρχεται να λύσει αυτού του τύπου τις παθογένειες, με απώτερο στόχο τη δημιουργία ενός σύγχρονου, ευέλικτου κράτους στην υπηρεσία του πολίτη.